Παρασκευή 28 Φεβρουαρίου 2014

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ, Η ΔΑΙΜΟΝΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΚΑΡΝΑΒΑΛΙΩΝ

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ, Η ΔΑΙΜΟΝΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΚΑΡΝΑΒΑΛΙΩΝ

ΠΑΤΡΑ.jpg
Η ΔΑΙΜΟΝΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΚΑΡΝΑΒΑΛΙΩΝ
(Μια διαφορετική προσέγγιση των καρναβαλικών αθλιοτήτων)
Θεολόγου - Καθηγητού
         Εισερχόμαστε για μια ακόμη φορά, με τη χάρη του Θεού, στο άγιο Τριώδιο, στην ιερότερη εορτολογική περίοδο της Εκκλησίας μας, κατά την οποία μπορούμε να συνειδητοποιήσουμε την πνευματική μας υστέρηση, να βιώσουμε την σωτήρια κλήση μας για μετάνοια και νίψη και να κάνουμε τον προσωπικό μας αγώνα για την πνευματική μας αναγέννηση. Η κατανυκτική περίοδος του Τριωδίου είναι ένα νοητό στάδιο πνευματικού αγώνα στο οποίο καλείται κάθε πιστός να τρέξει τον καλό αγώνα των αρετών,  να αποβάλλει κάθε παρείσακτο αμαρτωλό στοιχείο από τον εαυτό του, το οποίο υπάρχει ως θανατηφόρος ιός, που δηλητηριάζει τον άνθρωπο και τον οδηγεί αργά, αλλά σταθερά, στον πνευματικό θάνατο. Μόνο έτσι θα αξιωθούμε να προσκυνήσουμε πνευματικά καθαροί το θείο Πάθος του Λυτρωτή μας Χριστού και να εορτάσουμε με αγαλλίαση τη λαμπροφόρο Ανάστασή Του.
       Η αγία μας Εκκλησία καθόρισε κλιμακωτούς τρόπους καθάρσεως και ασκήσεως των πιστών, αρχίζοντας από τη συνειδητοποίηση της τραγικής καταστάσεως που προκάλεσε η αμαρτία στον κόσμο. Καταδεικνύει με θαυμαστή ακρίβεια την παρεκτροπή του ανθρώπου από τη θεοδημιούργητη φύση του και την υποβίβασή του σε ζωώδεις καταστάσεις με την κυριαρχία των ενστικτωδών παρορμήσεων. Το «κατά φύσιν ζην» του αρχαίου ειδωλολατρικού κόσμου δεν ήταν τίποτε άλλο από την κτηνώδη ζωή του ξεπεσμένου πνευματικά ανθρώπου. Κύρια μέριμνα της Εκκλησίας μας είναι να μας ανασύρει κατά την περίοδο αυτή από τη λασπώδη τάφρο της αμαρτίας και την αγελαία κατάσταση και να μας αποκαταστήσει στην προ της πτώσεως θεοειδή κατάστασής μας.
      Όμως αλίμονο! Ο κόσμος της πτώσεως, της αμαρτίας και της φθοράς ανθίσταται σθεναρά σε μια τέτοια αλλαγή. Ο διάβολος που κινεί τα νήματα του κακού και της αμαρτίας εγείρει ισχυρότατες αντιδράσεις, ώστε να ματαιωθεί η πνευματική αποκατάσταση και η εν Χριστώ μεταμόρφωση των ανθρώπων. Τι άγιες ημέρες των πρώτων εβδομάδων του Τριωδίου, με τα επί γης όργανά του, οργανώνει τα αίσχιστα καρναβαλικά δρώμενα, τα οποία έχουν σαφέστατα χαρακτήρα έκρηξης των πιο ταπεινών ανθρωπίνων παρορμήσεων. Τη χρονική περίοδο που η Εκκλησία μας καλεί τα ανθρώπινα πρόσωπα να αποβάλλουν την κτηνώδη κατάντια τους, ο διάβολος επιχειρεί να τα αποκτηνώσει περισσότερο με τα άθλια καρναβαλικά δρώμενα!
      Στον παγανισμό η αμαρτία και κάθε ηθική εκτροπή ήταν συνδεδεμένα με την ειδωλολατρική θρησκευτική πίστη. Σε όλα τα ειδωλολατρικά θρησκεύματα υπήρχαν «θεότητες» - προστάτες των ανθρωπίνων παθών, όπως της εκδίκησης, του μίσους, του φόνου, της απάτης, του ψεύδους, της κλοπής, της ατιμίας, της πορνείας, της μοιχείας, της αχαλίνωτης ερωτικής λαγνείας, των σεξουαλικών διαστροφών, των οργίων, της μέθης,  της κραιπάλης, κλπ. Στην αρχαία Ελλάδα, όλοι τους σχεδόν οι «θεοί» αντιπροσώπευαν ανθρώπινα πάθη. Όμως αφότου «ήρθε» στην Ελλάδα τον 8ο π.Χ. αιώνα ο φρυγικός αγροτικός «θεός» της γονιμότητας και των οργίων Σαβάζιος,  μέσω της Θράκης, ο οποίος μετονομάστηκε Διόνυσος ή Βάκχος, συμπεριέλαβε στο πρόσωπό του την προστασία όλων των ανθρωπίνων παθών! Δεν θα ασχοληθούμε με τα φοβερά εγκλήματα και τη βία η οποία άγγιξε τα όρια της γενοκτονίας, που άσκησαν οι λατρευτές του προκειμένου να επιβάλουν τη λατρεία του στον ελλαδικό χώρο, και που μια μικρή γεύση παίρνουμε από το δράμα του Ευριπίδη «Βάκχες». Ούτε θα ασχοληθούμε με το ακραίο μυστικιστικό κίνημα του «ορφισμού» που ξεπήδησε μέσα από τη διονυσιακή λατρεία και που βύθισε την Ελλάδα σε απερίγραπτη κατάσταση δεισιδαιμονίας. Θα σταθούμε σε αυτή καθ’ εαυτή τη διονυσιακή λατρεία, της οποίας βασικός χαρακτήρας και κύριο στοιχείο ήταν τα
ακατονόμαστα όργια, ο χυδαίος ερωτισμός, οι πάσης φύσεως ηθικές παρεκτροπές, η παθολογική έκσταση μέχρι του σημείου της ωμοφαγίας ζωντανών ζώων ή και ανθρώπων! Σύμφωνα με τους ειδικούς το διονυσιακό πνεύμα ήρθε, επιβλήθηκε και εκτόπισε το απολλώνιο πνεύμα, δηλαδή το μέτρο και τη νηφαλιότητα.  Δεν είναι τυχαίο ότι η διονυσιακή λατρεία επιβλήθηκε από απολυταρχικά καθεστώτα, όπως εκείνο των Πεισιστρατιδών τον 6ο π.Χ. αιώνα στην Αθήνα, ως στροφή των λαϊκών μαζών στον ηδονισμό, τις ηθικές ελευθεριότητες και τη μέθη, προκειμένου να μη διαμαρτύρονται για την πολιτική καταπίεση!
     Οι αμόρφωτες και δεισιδαίμονες μάζες συμμετείχαν με πάθος σε αυτές τις αισχρές εορτές, διότι οι ιθύνοντες προνόησαν να προσδώσουν σε αυτές αφάνταστη ελευθερία ακόμη και στα πιο ταπεινά ορμέμφυτα των θρησκευτών. Μοιχοί, πόρνοι, έκφυλοι και κάθε λογίς ανώμαλοι, κρυμμένοι πίσω από τα ειδεχθή προσωπεία,  μπορούσαν να ικανοποιήσουν τα αισχρά πάθη τους «νόμιμα», εκτελώντας τα θρησκευτικά τους καθήκοντα! Το χειρότερο απ’ όλα είναι ότι αναγκάζονταν με το ζόρι οι γυναίκες που ήταν κλεισμένες στους γυναικωνίτες να βγαίνουν τις ημέρες των «εορτών» στους θορυβώδεις δρόμους και να παίρνουν μέρος στις τελετές, υποκύπτοντας στις βρωμερές ορέξεις του κάθε ανώμαλου και αισχρού άνδρα θρησκευτή, ως δήθεν υποταγή στο θέλημα του Διόνυσου! Η σεξουαλική κακοποίησή τους θεωρούνταν θρησκευτική πράξη λατρείας προς το «θεό»!  
       Η βωμολοχίες, οι άσεμνες χειρονομίες, οι περιφορές των φαλλών, δηλαδή τεραστίων ομοιωμάτων του ανδρικού οργάνου, οι ξέφρενοι οργιαστικοί χοροί, η οινοποσία μέχρι και αυτού ακόμη του θανάτου, οι υστερικές κραυγές, οι ειδεχθείς μεταμφιέσεις, ο δαιμονικός θόρυβος  και η εκκωφαντική μουσική, των αυλών και των τυμπάνων συνέθεταν ένα νοσηρό μυστικιστικό κλίμα. Ήταν μια ανοικτή τεράστια μαγική τελετουργία για να ξορκιστούν οι κακές δαιμονικές δυνάμεις.  
     Βεβαίως υπήρχαν και χειρότερα. Γυναίκες- λάτρισσες του Βάκχου, οι διαβόητες μαινάδες, καταλαμβάνονταν από φοβερή μανία, έπεφταν σε ανείπωτη έκσταση, έφευγαν από τα σπίτια τους και περιπλανιόνταν στις ερημιές τις νύχτες ουρλιάζοντας σαν άγρια θηρία. Αν τύχαινε και έβρισκαν μπροστά τους κάποιο ζώο το ξέσκιζαν και έτρωγαν τις σάρκες του ωμές. Σε πολλές περιπτώσεις κατακρεουργούσαν ανθρώπους και τους έτρωγαν, όπως συνέβη με τον Πενθέα στον Κιθαιρώνα, που τον κατακρεούργησε η ίδια η μητέρα του Αγαύη, μαζί με τις αδερφές του! Σε άλλες περιπτώσεις μητέρες μέσα στη διονυσιακή παραζάλη τους κατακρεουργούσαν τα παιδιά τους και τα έτρωγαν, όπως οι κόρες του Μινύα στη Βοιωτία!  
      Δεν είναι λίγες οι φωνές διαμαρτυρίας από φωτισμένα μυαλά της αρχαιότητας κατά των  εμετικών διονυσιακών εορτών, με πρώτο τον προσωκρατικό φιλόσοφο Ηράκλειτο τον Εφέσιο (570-489), ο οποίος απειλούσε όσους έπρατταν τέτοιες φρικαλεότητες και ασχήμιες και λάβαιναν μέρος στα απαίσια «ιερά όργια» και στους αισχρούς και γελοίους βακχισμούς (Ηρακλ. απ.90). Ο μεγάλος φιλόσοφος έσειε το πυρ της θείας τιμωρίας κατά όλων των «νυκτοπόλων, μάγων, βακχών, ληνών, μυστών» (Κλημ.Αλεξ.Προτρεπτ.22,16-24). Χωρίς καμιά αμφιβολία, «Ο διοινυσιακός μυστικισμός δίδασκε την μέγιστη περιφρόνηση προς το ανθρώπινο λογικό» (P. Decharme Μυθολογία της αρχαίας Ελλάδος, μετ. Α. Καραλή, τομ.2,σελ.533) και γι’ αυτό βρήκε αντίπαλους τους αρχαίους σοφούς, σε αντίθεση με τον χύδην όχλο του οποίου υποτιμούσε το λογικό και του θώπευε τα ζωώδη πάθη!          
       Αυτά γινόταν στην προχριστιανική εποχή. Όμως και στους μετά το Χριστό χρόνους οι ασχήμιες αυτές δεν έπαψαν ποτέ να υπάρχουν, ως απόδειξη ότι ο διάβολος είναι ακόμη παρών στην ανθρώπινη ιστορία! Οι κατ’ όνομα χριστιανοί συνεχίζουν να
λατρεύουν τον απαίσιο «θεό» των ανθρωπίνων παθών Βάκχο, με τα καρναβάλια, που δεν είναι τίποτε άλλο από σύγχρονες διονυσιακές εορτές. Σε πολλές περιπτώσεις
μάλιστα τείνουν να ξεπεράσουν τις αθλιότητες της αρχαιότητας, όπως είναι το εμετικό καρναβάλι του Τιρνάβου, όπου θλιβερές γυναίκες ασπάζονται με «κατάνυξη» τους τεράστιους «φαλλούς», ξεδιάντροπα, μπροστά στις τηλεοπτικές κάμερες!  
       Φρόντισε ο διάβολος, ως άλλος Βάκχος, με τα επί γης όργανά του να γίνονται τα αίσχιστα αυτά δρώμενα κατά την περίοδο του Τριωδίου. Αυτό δεν είναι τυχαίο. Επιχειρεί μέσω αυτών να αποσπάσει τους ανθρώπους από το πνευματικό και νηπτικό προσκλητήριο της Εκκλησίας για ψυχοσωματική κάθαρση. Ύστερα από μια κραιπάλη περίπου τεσσάρων εβδομάδων είναι δύσκολο έως αδύνατο να επέλθει κατάνυξη, ηρεμία, περισυλλογή και διάθεση για μετάνοια στις ψυχές όσων έλαβαν μέρος στα διονυσιακά δρώμενα. Η ισορροπία μεταξύ αμαρτίας και καθάρσεως είναι λεπτότατη και δε χωράει πειραματισμούς. Η αμαρτία πωρώνει επικίνδυνα τον άνθρωπο, τον αιχμαλωτίζει με τα πάθη, ώστε να μην μπορεί να απαλλαχτεί από αυτά. Φυσικά τα καρναβάλια αυτόν ακριβώς το σκοπό εξυπηρετούν.
      Παρατηρείται το φαινόμενο πως, παρ’ όλες τις επισημάνσεις της Εκκλησίας μας, πολλοί χλιαροί χριστιανοί να παίρνουν μέρος στις καρναβαλικές εκδηλώσεις. Οφείλουμε να τους κάνουμε γνωστό πως αυτό αποτελεί σοβαρό ατόπημα, διότι όπως προαναφέραμε τα καρναβαλικά δρώμενα είναι ουσιαστικά θρησκευτική λατρεία στους παγανιστικούς «θεούς» των παθών και εν τέλει αποτελούν λατρεία στο ίδιο το σατανά, αφού «πάντες οι θεοί των εθνών (είναι) δαιμόνια» (Ψαλμ.95,5). Αυτό σημαίνει πως η θέση αυτών των ανθρώπων στην Εκκλησία γίνεται προβληματική, διότι «ουδείς δύναται δυσί κυρίοις δουλεύειν, ή γαρ τον ένα  μισήσει και τον έτερον αγαπήσει, ή ενός ανθέξεται και του ετέρου καταφρονήσει. Ου δύνασθε Θεώ δουλεύειν και μαμωνά» (Ματθ.6,24). Δε μπορούμε να ισχυριζόμαστε ότι λατρεύουμε το Θεό και ταυτόχρονα να αποδίδουμε λατρεία στους δαιμονικούς θεούς.  Οι καρναβαλικές συνεστιάσεις έχουν ασφαλώς το χαρακτήρα της βρώσεως ειδωλόθυτων της αρχαίας ειδωλολατρικής θρησκείας, για τις οποίες ο απόστολος Παύλος παραγγέλλει στους χριστιανούς να απέχουν ολότελα από αυτές. Τις χαρακτηρίζει ως τράπεζες δαιμονίων, τονίζοντας με έμφαση ότι, «ου θέλω υμάς κοινωνούς των δαιμονίων γίνεσθαι» (Α΄Κορ.10,20). Επίσης ο 62ος κανόνας της ΣΤ’ Οικουμενικής Συνόδου θέτει εκτός της Εκκλησίας όσους μετέχουν σε μεταμφιέσεις και οργιαστικά καρναβαλικά όργια!  Με άλλα λόγια: δε μπορεί χριστιανός να μετέχει στις αισχρές καρναβαλικές φιέστες!
      Καλούμαστε λοιπόν ως συνειδητοί πιστοί της Εκκλησίας μας, αυτή την ιερή περίοδο, να εντάξουμε στον προσωπικό μας αγώνα και την αντίστασή μας κατά των αισχροτήτων της νεοδιονυσιακής λατρείας. Να αντιτάξουμε στις καρναβαλικές ασχήμιες και αισχρότητες την προσευχή, την κάθαρση, τη σοβαρότητα, την καλλιέργεια των ηθικών αξιών και πάνω απ’ όλα να διατρανώσουμε την πίστη μας στον μόνο αληθινό Τριαδικό Θεό. Να κάνουμε γνωστό σε όλο τον κόσμο πως τα επαίσχυντα καρναβαλικά δρώμενα εντάσσονται στο γενικότερο σχέδιο των σκοτεινών δυνάμεων να θέσουν στο περιθώριο την Εκκλησία του Χριστού και να οδηγήσουν τους ανθρώπους σε μια σύγχρονη τερατώδη ειδωλολατρία, που οικοδομείται στα απόκρυφα άντρα της «Νέας Εποχής του Υδροχόου». Να καταγγείλουμε με παρρησία τη δαιμονική προσπάθεια των επί γης υπηρετών του Εωσφόρου να λατρευτεί ο μιαρός αφέντης τους ως θεός,  στο πρόσωπο του «θεού» της κραιπάλης Βάκχου.  Να μην έχουμε, τέλος, καμιά αμφιβολία πως ο Βάκχος ζει στο πρόσωπο του Εωσφόρου και ο Εωσφόρος λατρεύεται στο πρόσωπο του Βάκχου, αυτή είναι όλη η ουσία της φρενίτιδας του αποκριάτικου καρνάβαλου!

Κυριακή 23 Φεβρουαρίου 2014

Τα όπλα του Χριστιανού

Τα όπλα του Χριστιανού

Τα όπλα του Χριστιανού
ΠΡΩΤ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΣ 
 ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΤΥΡΟΦΑΓΟΥ
Ματθαίου στ' 14-21.
ΤΑ ΟΠΛΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥ
«Το στάδιον των αρετών ηνέωκται»
1.    Ευρισκόμεθα στο τέλος του πρώτου μέρους του Τριωδίου και από αύριο εισερχόμεθα στο δεύτερο μέ­ρος του, την Μ. Τεσσαρακοστή. Μας δίδαξε ήδη ή Εκκλησία μας την αρετή της ταπεινοφροσύνης, ως βασική προϋπόθεση της μετανοίας, κατά την Κυρια­κή του Τελώνου και Φαρισαίου. Μας βεβαίωσε την πραγματικότητα της σωτηρίας, όταν υπάρχει ειλικρι­νής μετάνοια, κατά την Κυριακή του Ασώτου. Και τέ­λος μας προέβαλε ανάγλυφο τον λόγο, για τον όποιο έχουμε ανάγκη μετανοίας και επιστροφής, το γεγονός δηλαδή της παγκοσμίου Κρίσεως, κατά την Κυριακή της Απόκρεω. Επειδή δε η Μ. Τεσσαρακοστή είναι περίοδος πνευματικοσωματικής προετοιμασίας και ει­σαγωγής στο πάθος του Χριστού μας, μας υπενθυμίζει ή Εκκλησία σήμερα ένα σοβαρό και θλιβερό γεγο­νός, πού έγινε αιτία να έλθει ό Χριστός στον κόσμο και να πάθει. Μας υπενθυμίζει την έξωση του ανθρώ­που από τον Παράδεισο.
2.   Όταν ό σημερινός άνθρωπος ακούει έξωση από τον Παράδεισο, το θεωρεί αστείο. Του φαίνεται «ωσεί λήρος» ό λόγος αυτός. Εάν μάλιστα είναι κάποιος «φιλελεύθερος» και προοδευτικός θεολόγος, θα δεχθεί το πράγμα με έννοια αλληγορική, μεταφορική.
Είναι παρατηρημένο, πώς, όσον αφορά στην Άγια Γραφή, ό­σα μάς συμφέρουν τα παίρνουμε κατά γράμμα. Σ' όσα όμως (νομίζουμε πώς) δεν μάς συμφέρουν, δίνουμε άληγορική ερμηνεία. Παρ' όλ' αυτά είναι και η έξωση εκ του Παραδείσου ένα από τα γεγονότα εκείνα, πού δεν επιδέχονται αλληγορική ερμηνεία, γιατί είναι αλήθειες. Ή έξωση απ' τον Παράδεισο είναι το γεγονός του πνευματικού θανάτου του ανθρώπου, του χωρισμού του από τον Θεό διά της αμαρτίας. Το τραγικότερο δε σημείο της γνωστής αγιογραφικής διηγήσεως (Γεν. κεφ. γ') είναι ότι, ενώ εδόθη από τον Θεό στον άνθρω­πο η δυνατότητα της μετανοίας μέσα στον Παράδεισο, ακόμη, ο άνθρωπος δεν θέλησε να παραδεχθεί την πτώ­ση του. Απλώς μεταβίβασαν την ευθύνη ο Αδάμ στην γυναίκα και η γυναίκα στο φίδι. Ή πτώση του ανθρώπου, λοιπόν, υπήρξε φυσική, γεγονός της φύσεώς του, πτώση καθαρά δική του και όχι αποτέλεσμα δήθεν της θείας αυστηρότητας. Έπεσε δε ό άνθρωπος όχι μόνο γιατί έσφαλε, αμάρτησε, αλλά κυρίως γιατί δεν μετα­νόησε. Δεν παραδέχθηκε την αμαρτία του. Ναι, αδελφοί μου! Κραυγάζει απεγνωσμένα ή λεγομένη επιστή­μη, και ωρύεται, για να μάς πείσει ότι ό άνθρωπος προ­έρχεται από τον πίθηκο, με απώτερο βέβαια σκοπό να αμφισβητηθεί η θεϊκή δημιουργία μας. Δεν χρειαζόμεθα όμως άλλην απόδειξη, για ν' αποδειχτεί ή πτώση μας. Ρωτήστε ένα παιδάκι: γιατί το έκαμες αυτό; Και θα πάρετε την απάντηση: Δεν το έκαμα εγώ, ό (τάδε) το έκαμε... Αυτή η μεταβίβαση της ευθύνης δεν αποδεικνύει την καταγωγή μας από τούς Πρωτοπλάστους και την αλήθεια της αγιογραφικής διηγήσεως;
3. Ή πτώση, λοιπόν, του πρώτου ανθρώπου -και μέσω αυτού ολοκλήρου της ανθρωπότητας- υπήρξε ή αίτια της ελεύσεως του Χρίστου μας στον κόσμο. Για να μας οδηγήσει και πάλι «εκ του θανάτου εις την ζωήν». Ό Χριστός όμως χειραγωγεί τον άνθρωπο διά της οδού της μετανοίας και της ολοκληρωτικής αφοσιώσεως στον Θεό. Γι' αυτό είναι τόσον έντονος ό λό­γος περί μετανοίας την Μ. Τεσσαρακοστή. Γιατί χω­ρίς αναγνώριση της πτώσεως και ειλικρινή επιστρο­φή δεν επιτυγχάνει ό άνθρωπος τον εξαγιασμό του, την ένωσή του με τον Θεό στο πρόσωπο του Ιησού Χρίστου, του αληθινού Υιού Του.
Πόσοι όμως βλέπουν έτσι την Μ. Τεσσαρακοστή σήμερα; Για τους περισσοτέρους μας έχει ισοπεδωθεί κάθε διάθεση πνευματικής ανατάσεως. Και το χειρό­τερο είναι ότι δεν αρκείται ο κατ' όνομα χριστιανι­σμός της εποχής μας στα έργα της ασωτίας του, αλλά έχει το θράσος ν' απαιτεί να τα αναγνωρίσει και ή Εκ­κλησία, ο Χριστός, να προσαρμοσθεί το Ευαγγέλιο στις διαθέσεις και τα μέτρα του... Γι' αυτό από τον α­ποπροσανατολισμένο χριστιανικά κόσμο ποιμένας θε­ωρείται όποιος θα παραδεχθεί, έστω και «φιλοσοφι­κά», τον Καρνάβαλο και την ασωτία του, και όχι ό­ποιος ευαγγελικά θα υποδείξει τις ανυπολόγιστες ηθι­κές συνέπειες των ρωμαϊκών οργίων, πού με το ένδυ­μα της ψυχαγωγίας επιζούν και στην εποχή μας.
Η μετάνοια του ανθρώπου, για την οποία θα είναι από σήμερα βασικά ό λόγος, δεν είναι μια στιγμιαία αλλαγή καταστάσεως. Μια απλή μετάβαση από τα έρ­γα του σκότους στα έργα του φωτός. Μετάνοια είναι μια συνεχής διαδικασία, πού παρασταίνεται σχηματι­κά με μια σειρά αυξομειουμένων καμπυλών. Είναι ένα πεδίο μάχης εναντίον εχθρού, πού από την στιγμή της
πτώσεως διεκδικεί στην ψυχή του ανθρώπου. Είναι α­διάκοπη προσπάθεια για το ξερίζωμα της κακής επι­θυμίας, πού αποτελεί και την ρίζα της αμαρτίας. Δεν αμαρτάνει το σώμα. Δεν νηστεύουμε, για να το εξουθε­νώσουμε. Το σώμα επλάσθη καλό και άγιο. Η ψυχή φταίει. Γιατί σ' αυτήν ριζώθηκε η κακή επιθυμία. Εγκρατευόμεθα, λοιπόν, για να εξουθενωθεί η επιθυμία.
4. Όπως όμως σε κάθε αγώνα, έτσι και στον πνευ­ματικό, πού είναι ό ταχύτερος και αποφασιστικότερος, γιατί έχει διαστάσεις αιώνιες, χρειάζονται τα κα­τάλληλα όπλα. Αυτά τα όπλα μας υποδεικνύουν σήμε­ρα και η αποστολική (Ρωμ. ιγ' 13 έ.) και ή ευαγγελική περικοπή. «Όπλα του φωτός» τα ονομάζει ό Απ. Παύ­λος. Και τα παρουσιάζει. Τα όπλα πού υποδεικνύει ο Απόστολος είναι κυρίως τα αμυντικά. Η εκρίζωση των παθών. Η θανάτωση των σκοτεινών εκείνων αντι­πάλων, πού συντελούν στην αποξένωση μας από τον Θεό. Τα επιθετικά μας όπλα τα παρουσιάζει εντονότερα η ευαγγελική περικοπή. Είναι η συγχωρητικότητα προς τους συνανθρώπους μας. Η αληθινή νηστεία, ό­χι δηλαδή απλή αποχή από τροφές, αλλά και πνευμα­τική, αποχή από πάθη. Και τέλος η προσκόλλησή μας στον Θεό, ως τον μοναδικό θησαυρό μας. Χωρίς τα όπλα αυτά η διεξαγωγή του πνευματικού μας αγώνος είναι αδύνατη. Είναι ακατόρθωτη και η βίωση του μηνύματος της Μ. Τεσσαρακοστής. Και η Εκκλη­σία επιμένει να απευθύνει το προσκλητήριο αυτό και σήμερα, όπως κάνει αδιάκοπα δύο χιλιάδες χρόνια. Γιατί τα έργα του σκότους η του φωτός δεν προσδιο­ρίζονται από τις εποχές, αλλ’ από την ψυχή του ανθρώπου, πού μένει σε κάθε εποχή η ιδία. Θέλετε ένα παράδειγμα της αλήθειας αυτής;
Ένας νέος, σοφός και κοσμικός με όλη τή σημα­σία της λέξεως, ένας «σύγχρονος» νέος, μολονότι μας χωρίζουν 1500 χρόνια από την εποχή του, ήταν ο Αυ­γουστίνος. Όλα του τα πολύτιμα προσόντα τα δαπα­νούσε στα έργα του σκότους. Και μια μέρα έντονης ε­σωτερικής πάλης άκουσε μια παιδική φωνή, πού του ‘λεγε. «Πάρε και διάβασε». Γεμάτος απορία μπήκε στο γραφείο του και είδε στο έδαφος μερικά χειρόγραφα. Τα πήρε στα χέρια του και οι πρώτες φράσεις, πού διάβασε, ήταν οι λόγοι του Απ. Παύλου, πού ακούσαμε σήμερα: «αποθώμεθα ούν τα έργα του σκότους και ενδυσώμεθα τα έργα του φωτός... μή κώμοις και μέθαις, μή κοίταις και άσελγείαις, μή έριδι και ζήλω...». Κι' αυτό ήταν το έναυσμα της επιστροφής του Αυγου­στίνου.
Αδελφοί μου!
Με τούς ίδιους λόγους, πού ό Θεός κάλεσε τον ιε­ρό Αυγουστίνο, για να τον μεταβάλει από άνθρωπο του σκότους σε τέκνο φωτός, καλεί και μάς η Εκκλη­σία μας σήμερα σε μετάνοια και επιστροφή, ενώ έξω από τις εκκλησίες στολίζεται η επίφαση της χαράς και το προσωπείο της ευφροσύνης, ο Καρνάβαλος. «Το στάδιον των αρετών ηνέωκται οι βουλόμενοι αθλήσαι, εισέλθετε...».
ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ
ΓΕΩΡΓΙΟΥ Δ. ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΥ
ΦΩΣ ΕΚ ΦΩΤΟΣ
"Κηρυγματικές σκέψεις στα ευαγγελικά αναγνώσματα"

ΕΚΔΟΣΕΙΣ "ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ"
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

Σάββατο 22 Φεβρουαρίου 2014

Χαιρετισμοί εις τον Πανάγιο Τάφο

Χαιρετισμοί εις τον Πανάγιο Τάφο


Κοντάκιον. Ήχος πλ. δ΄.
Τώ ζωοδόχω και σεπτώ Κυρίου μνήματι, νύν παρεστώτες ευλαβεία οι ανάξιοι, συν Αγγέλοις προσαγάγωμεν θείους ύμνους, ίν’ ως έχον αγιότητα ασύγκριτον, αγίαση και ημάς τούτω προσπίπτοντας, και κραυγάζοντας• Χαίρε μνήμα τρισόλβιον.
Άγγελοι αοράτως αεί φόβω κυκλούσι Χριστού τον παμμακάριστον Τάφον (εκ γ΄), και τούτον ως θρόνον θεοπρεπή και πηγήν φωτός βλέποντες, εξίστανται και ίστανται, μελωδούντες προς αυτόν τοιαύτα•
Χαίρε, Χριστού ολόφωτον μνήμα•
χαίρε, εχθρού νοητού το πήμα.
Χαίρε, γής απάσης το μόνον απάνθισμα•
χαίρε, Ορθοδόξων πάντων το αγλάϊσμα.
Χαίρε τράπεζα βαστάζουσα, ώσπερ θύμα τον Χριστόν•
χαίρε κρήνη η βλυστάνουσα, τοίς πιστοίς τον ιλασμόν.
Χαίρε, ότι εν μέσω οικουμένης τυγχάνεις•
χαίρε, ότι τη δόξη ουρανόν υπερβάλλεις.
Χαίρε, ζωής αθανάτου κάτοχε•
χαίρε, πηγή αφθαρσίας πάροχε.
Χαίρε, εν ω εκηδεύθη ο Κτίστης•
χαίρε, δι’ ού εφωτίσθη η κτίσις.
Χαίρε Μνήμα τρισόλβιον.
Βλέπων Αριμαθαίας ο βλαστός, ότι έχει αδήλως το άφευκτον χρεών του θανάτου, εν τώ κήπω τάφον εαυτώ καινόν ητοίμασεν, αλλ’ εκ του Σταυρού σε νεκρόν καθελών, Κύριε, σεπτώς εν αυτώ σπεύδει κηδεύσαί σε, βοών σοι πόθω•
Αλληλούϊα.
Γνώσει θεία επέγνω Ιωσήφ, ο ευσχήμων, το μέγας της σταυρώσεως έργον. Διό και Πιλάτω προσελθών έφησε• Δός μοι το άχραντον του Κυρίου σώμα. Ως δε ήττήσατο και έλαβε, τώ καινώ μνημείω εναπέθετο, κραυγάζων προς τον Τάφον ούτω•
Χαίρε, παθών του Σωτήρος τέλος•
χαίρε, πιστών χαρμόσυνον μέλος.
Χαίρε αφθαρσίας, βροτών εργαστήριον•
χαίρε ανταρσίας, εχθρών αμυντήριον.
Χαίρε ουρανέ επίγειε, Θεού θρόνον εκτυπών•
χαίρε τόπε επουράνιε, όν Θεός ώφθη οικών.
Χαίρε, ότι υπάρχεις η ζωήρρυτος κρήνη•
χαίρε, ότι εγένου του Χριστού θεία κλίνη.
Χαίρε, Σιών της άνω, ανάκτησις•
χαίρε πιστών, βεβαία ανάκλησις.
Χαίρε κρατήρ, πλήρης θεολογίας•
χαίρε λυτήρ, πάσης αμφιλογίας.
Χαίρε Μνήμα τρισόλβιον.
Δύναμίν σου την θείαν Ιωσήφ κεκτημένος απέβαλε τον φόβον Εβραίων. Και Σταυρού το σώμα το σόν καθελών, συν τώ Νικοδήμω σμυρναλόη Χριστέ ήλειψε. Μεθ’ ού σεπτώς κηδεύσας σε, έψαλλεν εν πόθω•
Αλληλούϊα.
Έχουσα η Παρθένος, εν ψυχή την ρομφαίαν της λύπης, Συμεών ως προέφη, τώ τάφω του Υιού παρεστώσα γοερώς έκλαιε, και τούτον καταβρέχουσα τοίς δάκρυσιν, επεβόα ταύτα•
Χαίρε, δι’ ού η χαρά προήλθε•
χαίρε, δι’ ού η φθορά παρήλθε.
Χαίρε, ευσεβών βάσις τε και στήριγμα•
χαίρε, δυσσεβών πτώσίς τε και σύντριμμα.
Χαίρε Τάφε παμμακάριστε, του Υιού μου του Χριστού•
χαίρε θάλαμε τερπνότατε, του Νυμφίου νοητού.
Χαίρε, και γάρ συνέσχες τον συνέχοντα πάντα•
χαίρε, ου γάρ κατέσχες τον συνέχοντα πάντα.
Χαίρε αστήρ, εκφαίνων τον ήλιον•
χαίρε φωστήρ, αυγάζων υφήλιον.
Χαίρε πυρός απροσίτου, δοχείον•
χαίρε φωτός ανεσπέρου, ταμείον.
Χαίρε Μνήμα τρισόλβιον.
Ζάλην έχουσαι λύπης μυροφόροι γυναίκες, ουκ ήθελον του τάφου αποστήναι. Την χαράν γάρ εν εαυτώ έκρυπτε, διό και παννύχιον συνθρηνεί τη μητρί του Ιησού έσπευδον, αλλ’ ίνα κατά νόμον σαββατίσωσιν, υπέστρεψαν βοώσαι ούτως•
Αλληλούϊα.
Ήκουσαν χριστοκτόνοι, σου Χριστέ προειπόντος αυτοίς, ως εκ νεκρών εγερθήση, και δραμόντες προς Πιλάτον, ήτησαν σόν Τάφον σφραγισθήναι, και τη κουστωδία τηρηθήναι, αλλ’ ημείς τούτω παριστάμενοι, εκβοώμεν πόθω•
Χαίρε, το μείζον προσκυνημάτων•
χαίρε, το βλύζον ρείθρα θαυμάτων.
Χαίρε κλονουμένων, ακλόνητον έρεισμα•
χαίρε Εκκλησίας, το άσειστον έδρασμα.
Χαίρε κράτος της θεότητος, απαστράψαν υπό γήν•
χαίρε πλήρωμ’ αγιότητος, αγιάσαν πάσαν γήν.
Χαίρε, τους κοπιώντας αγίους, ο στηρίζων•
χαίρε, πεφορτισμένους πιστούς, ανακουφίζων.
Χαίρε, δι’ ού Εβραίοι εξώσθησαν•
χαίρε, δι’ ού έθνη εκληρώθησαν.
Χαίρε, του άδου ήττα και πικρία•
χαίρε, των βροτών πάντων σωτηρία.
Χαίρε Μνήμα τρισόλβιον.
Θεομάχοι οφθέντες, χριστοκτόνοι υπήρξαν τώ φθόνω οι λαοί των Εβραίων. Οί και σφραγίσαντες τον Τάφον, κύκλω σε κουστωδία ως νεκρόν εφύλαττον, και πλάνον εδυσφήμουν σε μακρόθυμε, μή συνέντες λέγειν•
Αλληλούϊα.
Ίδον φώς οι τηρούντες, ουρανόθεν αστράψαν, αρρήτως εν τώ Τάφω Κυρίου. Και τον λίθον εκ τούτου σεισμώ αποκυλισθέντα θεασάμενοι, εξέστησαν και έφριξαν ως νεκροί γενόμενοι. Τώ δε Τάφω Κεντηρίων έφη•
Χαίρε, η δόξα των σωζομένων•
χαίρε, ελπίς των απηλπισμένων.
Χαίρε, χριστωνύμου λαού το κραταίωμα•
χαίρε, πενομένων ακένωτον δώρημα.
Χαίρε ότι εγκατώκισται, η θεότης επί σοί•
χαίρε ότι εγκαλλώπισται, της Σιών βάρις εν σοί.
Χαίρε ο πάντα, ρύπον εκ ψυχών αποπλύνων•
χαίρε ο πάντα, βέλη του εχθρού απαμβλύνων.
Χαίρε, δι’ ού ελύθη κατάκρισις•
χαίρε, δι’ ού εδείχθη ανάστασις.
Χαίρε, εν ω ευσεβείς βεβαιούνται•
χαίρε, εν ω δυσσεβείς καθαιρούνται.
Χαίρε Μνήμα τρισόλβιον.
Κήρυκες γεγονότες οι τηρούντες τον Τάφον, υπέστρεψαν εις πόλιν αγιαν, απαγγέλλοντες τρανώς Ιουδαίοι άπασιν, άπερ εν τώ Τάφω εναργή είδον θαύματα, αλλ’ αυτοί κενά πάλιν φθόνω εμελέτησαν, και ου συνήκαν λέγειν•
Αλληλούϊα.
Λάμψας από του Τάφου φωτισμόν ευφροσύνης, εδίωξας το σκότος της λύπης. Και γάρ αναστάς τριήμερος, πάν Σώτερ από γής αφείλες δάκρυον, ημείς δ’ οι φωτισθέντες τώ σώ Τάφω χαρμοσύνως εκβοώμεν ταύτα•
Χαίρε χαρά, γένους των ανθρώπων•
χαίρε φθορά, εχθρών πολυτρόπων.
Χαίρε των εν νόσοις, ίαμα σωτήριον•
χαίρε των εν άδου ψυχών, ιλαστήριον.
Χαίρε σοί γάρ ενεδύθημεν, γυμνωθέντες τώ Αδάμ•
χαίρε σοί γάρ ηφθαρτίσθημεν, νεκρωθέντες τώ Σατάν.
Χαίρε, όν περ το κήτος Ιωνά, εικονίζει•
χαίρε, όν περ ο λάκκος Ιωσήφ, σαφηνίζει.
Χαίρε χωλών, σφυρά ανορθούμενος•
χαίρε καλών, πλημμύραν δωρούμενος.
Χαίρε, πληρών ευσεβείς ευωδίας•
χαίρε, ζωγρών δυσσεβείς εξ αγνοίας.
Χαίρε Μνήμα τρισόλβιον.
Μάτην οι των Εβραίων εμελέτησαν δήμοι, την έγερσιν Χριστού αθετήσαι. Ει γάρ και ικανά τοίς στρατιώταις έδωκαν αργύρια, αλλ’ ο Λογγίνος ταύτην τρανώς εκήρυττεν, αφόβως κράζων•
Αλληλούϊα.
Νέαν έδειξεν χάριν, αναστάς εκ του Τάφου, Χριστός ημίν τοίς υπ’ αυτού φωτισθείσι, νεκρών προσδοκάν ανάστασιν, ζωήν τ’ αιώνος μέλλοντος, και φώς άληκτον. Ού περ τον Τάφον βλέποντες, εν πόθω μελωδούμεν ούτω•
Χαίρε, ανάστασις πεπτωκότων•
χαίρε, η άφεσις επταικότων.
Χαίρε ο πηγάζων, πάσι την ευσέβειαν•
χαίρε ο σκεδάζων, εθνών την δυσσέβειαν.
Χαίρε ότι εμπιπλώμεθα, εν σοί πάσιν αγαθοίς•
χαίρε ότι ποτιζόμεθα, των χειμάρρων σής τρυφής.
Χαίρε όν εικονίζει, η σεπτή κολυμβήθρα•
χαίρε ού περ εκβλύζει, των χαρίτων τα ρείθρα.
Χαίρε, εν ω ετάφη αθάνατος•
χαίρε, δι’ ού ηλάθη ο θάνατος.
Χαίρε, δι’ ού φωταυγείται η κτίσις•
χαίρε, δι’ ού προσκυνείται ο ρύστης.
Χαίρε Μνήμα τρισόλβιον.
Ξένον θαύμα ιδούσαι, εξενίζοντο λίαν πρωί αι Μυροφόροι ελθούσαι, ο γάρ προς τη θύρα ών του Τάφου μέγας σφόδρα λίθος, τώ φρικτώ σεισμώ αποκεκύλισται. Αγγελος δ’ εν τούτω επεκάθητο, ταύταις βοών τό•
Αλληλούϊα.
Όλος χαρά υπάρχων, και πηγή ευφροσύνης, τό• Χαίρετε Μυροφόροι, έφης. Αι δε τους σούς παναχράντους πόδας κρατήσασαι, σεπτώς εν δάκρυσιν ησπάζοντο, και πόθω προς τον Τάφον είπον•
Χαίρε, παράκλησις των πενθούντων•
χαίρε, η ρώσις των ασθενούντων.
Χαίρε Αποστόλων, παγκόσμιον κήρυγμα•
χαίρε υμνογράφων, φωτισμός και στήριγμα.
Χαίρε, ότι την Ανάστασιν του Χριστού διατρανοίς•
χαίρε, ότι την κατάπτωσιν του Αδάμ επανορθοίς.
Χαίρε των απιστούντων, ο ταχύ αναιρέτης•
χαίρε των δυσπιστούντων, ο γλυκύς οδηγέτης.
Χαίρε, εν ω ευσεβείς αγείρονται•
χαίρε, δι’ ού και νεκροί εγείρονται.
Χαίρε χαρά, υλικών και αΰλων•
χαίρε αρά, εθνικών και βεβήλων.
Χαίρε Μνήμα τρισόλβιον.
Πάσα τάξις Αγγέλων κατεπλάγη ιδούσά σε Σώτερ, εν τώ Τάφω υπνούντα. Τη δε τρίτη ημέρα αναστάντα θεοπρεπώς βλέψασα, βροτοίς τε τον παράδεισον ανθ’ άδου δωρησάμενον, έψαλλε βοώσα•
Αλληλούϊα.
Ρήματα των εν Τάφω καθημένων Αγγέλων ακούσασαι Μυροφόροι κόραι, ως Τάφου εξανέστης λεγόντων, άπασαι Σωτήρ, χαράς επλήσθησαν, και τούτω προσεφώνουν πόθω•
Χαίρε, το κύδος θεολογίας•
χαίρε, ο πλούτος Σιών αγίας.
Χαίρε, των Αγγέλων θαύμα πολυΰμνητον•
χαίρε, των δαιμόνων τραύμα πολυθρήνητον.
Χαίρε σάλπιγξ εκτρανώσασα, ευσεβείας την ισχύν•
χαίρε θάλασσα ποντίσασα, ασεβείας την πληθύν.
Χαίρε, όν περ τα στίφη των Αγγέλων κυκλούσι•
χαίρε, όν περ τα πλήθη των βροτών προσκυνούσι.
Χαίρε, δι’ ού ο πεσών ανίσταται•
χαίρε, εν ω η Αγαρ εξίσταται.
Χαίρε λυτήρ, των δεινών παθημάτων•
χαίρε δοτήρ, θεϊκών χαρισμάτων.
Χαίρε Μνήμα τρισόλβιον.
Σώσαι θέλων εξ άδου των ανθρώπων το γένος, κατήλθες τη ψυχή μέχρι τούτου. Και τα μέν καταχθόνια, τη αστραπή της σής θεότητος, φωτός επλήσθησαν, οι δε ρυσθέντες άπαντες συν Προφήταις και Δικαίοις έψαλλον, βοώντες ούτως•
Αλληλούϊα.
Τάφω ο Ιωάννης, συν τώ Πέτρω δρομαίοι επέστησαν πρωί εν σκοτία, και διά του εν αυτώ θείου φωτός ιδόντες τα οθόνια, και το σουδάριον χωρίς τούτων, ένδον κείμενα, χαράς πολλής επλήσθησαν θαυμάσαντες, και προς τούτον είπον•
Χαίρε, ψυχράς καρδίας θερμαίνων•
χαίρε, οδούς πιστοίς υπεμφαίνων.
Χαίρε, ο πληρώσας φωτός θείου σύμπαντα•
χαίρε, ο τρανώσας ευσεβείας τα σήμαντρα.
Χαίρε έσοπτρον ουράνιον, θείον φώς αντανακλών•
χαίρε γνώσιν ο δωρούμενος, γνώσεων θεαρχικών.
Χαίρε ο διανοίας, των εν σκότει φωτίζων•
χαίρε ο τάς καρδίας, των εν δίψει δροσίζων.
Χαίρε, δι’ ού πάντα εκαινίσθησαν•
χαίρε, δι’ ού τύποι κατηργήθησαν.
Χαίρε, εν ω εμωράνθη σοφία•
χαίρε, εν ω εσοφίσθη μωρία.
Χαίρε Μνήμα τρισόλβιον.
Ύμνον όρθου βαθέος σοί ορθρίζοντες Σώτερ, προσφέρομεν θερμώς αντί μύρων, προσκυνούντες φόβω σου τον ζωηφόρον Τάφον, βασιλεύ Άγιε, όν έδειξας ημίν πηγήν, Λόγε, χαρίτων σου, τοίς σοί βοώσιν•
Αλληλούϊα.
Φωτοφόρον σόν Τάφον, υπέρ ήλιον Σώτερ, ανατείλαντα γήθεν, ιδούσα εν χαρά η Ελένη, πεσούσα προσεκύνησε πόθω, και θάμβους πλησθείσα σε ανύμνει, εκβοώσα προς τον Τάφον ταύτα•
Χαίρε, χαρά και ελπίς του κόσμου•
χαίρε, το φώς ψυχής και νοός μου.
Χαίρε ορθοδόξων βασιλέων, καύχημα•
χαίρε Πατριαρχών ευσεβών, στεφάνωμα.
Χαίρε ότι σε κηρύττουσιν, ευσεβείς αρχιερείς•
χαίρε ότι σε δοξάζουσιν, ευλαβώς οι ιερείς.
Χαίρε, κανών και τύπος αρετής μοναζόντων•
χαίρε, σκέπη και τύπος των εις σε προστρεχόντων.
Χαίρε στρατού πιστού, το περίφραγμα•
χαίρε ημών πάντων, το επίγραμμα.
Χαίρε νοητής αμπέλου, το μνήμα•
χαίρε της αυτής, πολύκαρπον κλήμα.
Χαίρε Μνήμα τρισόλβιον.
Χαίρουσα τη ευρέσει σου, ω πάντιμε Τάφε, η θεία βασιλίς η Ελένη, περικαλλή μέγιστον ναόν περί σε ανωκοδόμησεν, ημείς δ’ αεί κυκλούντές σε, τώ εν σοί ταφέντι μέλπομεν•
Αλληλούϊα.
Ψάλλοντες γηθοσύνως, ανυμνούμέν σε πόθω, ω Τάφε του Χριστού φωτοδότα, ο γάρ τώ παντί αχώρητος θεάνθρωπος Κύριος, εν σοί ταφείς τριήμερος, ηγίασεν, εδόξασε, και άπαντας εδίδαξεν εκβοάν σοι ούτω•
Χαίρε, αρρήτου βουλής το πέρας•
χαίρε, αήττητον πιστών κέρας.
Χαίρε θεολόγων κλεινών, η προκήρυξις•
χαίρε διδασκάλων σεπτών, η κατήχησις.
Χαίρε, ότι ο αχώρητος εχωρήθη ένδον σού•
χαίρε, ότι και τριήμερος εξανέστη από σού.
Χαίρε θεογνωσίας ποταμούς, ο εκχέων•
χαίρε θεοσεβείας τάς πηγάς, ο προχέων.
Χαίρε λαώ εν βαρεί, αινούμενος•
χαίρε πιστώ ιερεί, υμνούμενος.
Χαίρε, πιστοίς κλείσας άδου το χάσμα•
χαίρε, αυτοίς γεγονώς καινόν άσμα.
Χαίρε Μνήμα τρισόλβιον.
Ώ Θεού Θεέ Λόγε, ο αχώρητος φύσει εν πάση Ζωοδότα, τη κτίσει, πώς τούτω εχωρήθη τώ Τάφω; (εκ γ΄) Αλλ’ ούν τάς λιτάς ημών πρόσδεξαι εύσπλαγχνε και αιωνίου λύτρωσαι κολάσεως τους σοί βοώντας•
Αλληλούϊα.
(Εκ τού• ΣΙΩΝΙΤΙΣ ΥΜΝΩΔΟΣ Ή ΜΕΛΩΔΙΚΟΙ ΚΑΙ ΘΕΙΟΙ ΥΜΝΟΙ
Ούς ψάλλομεν περιερχόμενοι και λιτανεύοντες εις τα εντός του πανιέρου ναού της Αναστάσεως πανσέβαστα Προσκυνήματα και θεία Παρεκκλήσια.
Εν Ιεροσολύμοις. Εκ του Τυπογραφείου του Παναγίου Τάφου. 18592.)
Πηγή: http://parratiritis.blogspot.com/

Παρακλητικός Κανών εις τον Αναστάντα εκ Τάφου τριήμερον Κύριον Ημών Ιησούν Χριστόν

Παρακλητικός Κανών εις τον Αναστάντα εκ Τάφου τριήμερον Κύριον Ημών Ιησούν Χριστόν

 
 
 
Ευλογήσαντος του Ιερέως, το Κύριε εισάκουσον, μεθ’ ο το Θεός Κύριος, ως συνήθως, και το εξής˙

Ήχος δ’. Ο υψωθείς εν τω Σταυρώ.
Ο εκ του τάφου αναστάς, Ζωοδότα, ίνα βροτών συναναστήσης παν γένος, ημών τα πάθη νέκρωσον, Χριστέ Ιησού, και ταχύ ανάστησον απωλείας εκ λάκκου, τους δοξολογούντάς Σε, πανευΐλατε Σώτερ, τοις απ’ αιώνος άπασι νεκροίς ο την αγήρω ζωήν δωρησάμενος.

Δόξα. Το αυτό.
Και νύν. Θεοτοκίον.
Ου σιωπήσομέν ποτε, Θεοτόκε, τας δυναστείας σου λαλείν οι ανάξιοι. Ει μη γαρ συ προΐστασο πρεσβεύουσα, τίς ημάς ερρύσατο εκ τοσούτων κινδύνων; Τίς δε διεφύλαξεν έως νύν ελευθέρους; Ούκ αποστώμεν, Δέσποινα, εκ σου˙ σους γαρ δούλους σώζεις αεί εκ παντοίων δεινών.

Είτα ο Ν΄ Ψαλμός και ο Κανών, ου η ακροστιχίς˙

«Ανάστησόν με εκ βυθού απωλείας, Σώτερ. Χ.»

Ωδή α’. Ήχος πλ. δ’. Υγράν διοδεύσας.
Ανάστησον πάντας εκ του βυθού δεινής απωλείας, πολυεύσπλαγχνε Ιησού, Θεάνθρωπε Σώτερ, πανοικτίρμον, ο αναστάς εκ του τάφου τριήμερος.

Ναούς αγιότητος παμφαείς ανάδειξον δούλους τους ανάγνους Σου, Λυτρωτά, ο δόξαν Σην θείαν πάσι δείξας περικλεώς αναστάς εκ του μνήματος.

Απέλασον πνεύματα πονηρά εκ των Σων προσφύγων και ειρήνευσον την ζωήν ημών Σε αεί δοξολογούντων, τον αναστάντα εν δόξη Θεάνθρωπον.
Θεοτοκίον.
Σον δούλον εκλύτρωσαι, αγαθή, παθών χαμαιζήλων τον προσφεύγοντα μητρικαίς λιταίς σου, σαφώς η κατιδούσα του σου Υιού την λαμπράν εξανάστασιν.

Ωδή γ’. Ουρανίας αψίδος.
Τον εκ τάφου ενδόξως Υιόν Θεού μέλψωμεν αναστάντα πόθω βοώντες˙ πάντας ανάστησον εξ αμαρτίας βυθού και επηρείας του πλάνου τους δοξολογούντάς Σε, εύσπλαγχνε Κύριε.

Η ομήγυρις πάσα των ευσεβών κράξει Σοι˙ νόσων αποδίωξον άλγη άμφω και λύτρωσαι μανίας του δυσμενούς τους Σε δοξάζοντας, Σώτερ, ο ημίν ανάστασιν δείξας Σην ένδοξον.

Συνυπάρχειν Σους δούλους ειρηνικώς, Κύριε, ο εξαναστάς εκ του τάφου, πάντας αξίωσον διχοστασίας αχλύν και των ερίδων ομίχλην διαλύων φέγγει Σου της αναστάσεως.
Θεοτοκίον.
Ου παυόμεθα, Μήτερ, Λόγου Θεού, πάναγνε, του εξαναστάντος εκ τάφου, σε μεγαλύνοντες, ημών των τέκνων χειρός στερρώς κρατούσαν και δρόμον προς ορθόν ιθύνουσαν ταύτα σωτήριον.

Ανάστησον εκ του βοθύνου πολέμων και εμπαθείας τους Σους δούλους ο αναστάς εν δόξη, Θεάνθρωπε, και βράβευσον πάσι την Σην ειρήνην.
Επίβλεψον εν ευμενεία, πανύμνητε Θεοτόκε, επί την εμήν χαλεπήν του σώματος κάκωσιν και ίασαι της ψυχής μου το άλγος.

Αίτησις και το Κάθισμα.

Ήχος β’. Πρεσβεία θερμή.
Αδίκων χειρών και καταλάλων ρύσαί με, Χριστέ, αναστάς εκ μνήματος, κραυγάζω Σοι, οκνηρίας, θλίψεων, φθόνου, ψεύδους, ραστώνης, Θεάνθρωπε, και φιλαυτίας, έλεος το Σον το πλούσιον πόθω εξαιτούμενον.

Ωδή δ’. Εισακήκοα, Κύριε.
Νυν Σην χάριν απόστειλον, αναστάς εν δόξη Χριστέ, και ρύσαί με αφροσύνης, κατακρίσεως, βίου τρυφηλού τε και οιήσεως.

Μη εάσης με, Κύριε, έρμαιον γενέσθαι του παναλάστορος τον υμνούντα Σήν ανάστασιν, απαρχήν βροτών εξαναστάσεως.

Εννοών πεπραγμένων μοι λάθη τρέμω ώραν Σης θείας Κρίσεως, αλλά Σοι θαρρών κραυγάζω Σοι˙ σώσόν με υμνούντα Σην ανάστασιν.
Θεοτοκίον.
Εκ της πτώσεως έγειρον νεολαίαν έθνους ημών ση χάριτι των ναρκωτικών, φιλόστοργε, αναστάντος Μήτερ Λόγου Κτίσαντος.

Ωδή ε’. Φώτισον ημάς.
Κάθαρον ημάς επηρείας του αλάστορος, οφθαλμών πορνείας, ανυπακοής και ζωής φιλαμαρτήμονος, Θεάνθρωπε.

Βύθιον εχθρόν, ον επάτησας θανάτω Σου και ενδόξω αναστάσει, Ιησού, απ΄ εμού του Σε δοξάζοντος εκδίωξον.

Ύμνοις μελιχροίς Σην ανάστασιν δοξάζοντες, Ζωοδότα, δυσωπούμέν Σε αεί˙ ανωτέρους τήρει άπαντας κακότητος.
Θεοτοκίον.
Θέλημα ημών τω θελήματι υπόταξον του λαμπρώς εξαναστάντος Σου Υιού σαις πρεσβείαις, αγλαή Θεογεννήτρια.

Ωδή στ’. Την δέησιν.
Ωδήγησον προς οδούς σεμνότητος, εγρηγόρσεως, αγνείας και ήθους χρηστού, Θεάνθρωπε Σώτερ, τους πόθω δοξολογούντας Σην θείαν ανάστασιν και αναμένοντας βροτών την κοινήν εκ νεκρών εξανάστασιν.

Υφέρποντα όφιν εξαφάνισον, ο αυτού καταπατήσας το κράτος πάθει τω Σω εν Σταυρώ και ενδόξω εξαναστάσει Σου, Σώτερ, εκ μνήματος, ίνα δοξάζωμεν αεί την λαμπράν Σου τριήμερον έγερσιν.

Αχρείω Σου δούλω, Φωτοπάροχε Ιησού, ο αναστάς εκ μνημείου, απολλυμένω λιμώ αγνωσίας, γαστριμαργίας, κακίας, οιήσεως και ασωτίας προς το φως των σεπτών εντολών Σου κατεύθυνον.
Θεοτοκίον.
Πανάμωμε Θεοτόκε, ίθυνον προς οδούς καταλλαγής και αγάπης τους μεγαλύνοντας σε εις αιώνας ή της αγάπης την έκφρασιν, Κύριον, Υιόν σου τον μονογενή, αναστάντα ιδούσα εκ μνήματος.

Ανάστησον εκ του βοθύνου πολέμων και εμπαθείας τους Σους δούλους ο αναστάς εν δόξη, Θεάνθρωπε, και βράβευσον πάσι την Σην ειρήνην.
Άχραντε, η δια λόγου τον Λόγον ανερμηνεύτως επ’ εσχάτων των ημερών τεκούσα, δυσώπησον ως έχουσα μητρικήν παρρησίαν.

Αίτησις και το Κοντάκιον.

Ήχος β’. Τοις των αιμάτων σου.
Εκ του βυθού εμπαθείας ανάγαγε φιλαργυρίας, αργίας, κακότητος, αργολογίας, δεινής κατακρίσεως και ακηδίας τον δούλόν Σου, Κύριε, δοξάζοντα Σου την ανάστασιν.

Προκείμενον. Ήχος δ’.
Γένοιτο, Κύριε, το έλεός Σου εφ΄ ημάς.
Στίχος. Αγαλλιάσθε, δίκαιοι, εν Κυρίω.

Ευαγγέλιον κατά Μάρκον (Κεφ. ιστ’ 9-20).
Αναστάς ο Ιησούς πρωί πρώτη σαββάτου, εφάνη πρώτον Μαρία τη Μαγδαληνή, αφ’ ής εκβεβλήκει επτά δαιμόνια. Εκείνη πορευθείσα απήγγειλε τοις μετ’ αυτού γενομένοις, πενθούσι και κλαίουσι, κακείνοι ακούσαντες ότι ζη και εθεάθη υπ’ αυτής, ηπίστησαν. Μετά δε ταύτα δυσίν εξ αυτών περιπατούσιν εφανερώθη εν ετέρα μορφή, πορευομένοις εις αγρόν. Κακείνοι απελθόντες απήγγειλαν τοις λοιποίς˙ ουδέ εκείνοις επίστευσαν. Ύστερον ανακειμένοις αυτοίς τοις ένδεκα εφανερώθη, και ωνείδισε την απιστίαν αυτών και σκληροκαρδίαν, ότι τοις θεασαμένοις αυτόν εγηγερμένον ούκ επίστευσαν. Και είπεν αυτοίς˙ Πορευθέντες εις τον κόσμον άπαντα κηρύξατε το ευαγγέλιον πάση τη κτίσει. Ο πιστεύσας και βαπτισθείς σωθήσεται, ο δε απιστήσας κατακριθήσεται. Σημεία δε τοις πιστεύσασι ταύτα παρακολουθήσει˙ εν τω ονόματί μου δαιμόνια εκβαλούσι˙ γλώσσαις λαλήσουσι καιναίς˙ όφεις αρούσι˙ καν θανάσιμόν τι πίωσιν, ου μη αυτούς βλάψει˙ επί αρρώστους χείρας επιθήσουσι, και καλώς έξουσιν. Ο μεν ούν Κύριος μετά το λαλήσαι αυτοίς ανελήφθη εις τον ουρανόν και εκάθισεν εκ δεξιών του Θεού. Εκείνοι δε εξελθόντες εκήρυξαν πανταχού, του Κυρίου συνεργούντος και τον λόγον βεβαιούντος δια των επακολουθούντων σημείων. Αμήν.

Δόξα.
Σώτερ, ο ενδόξως εξαναστάς εκ τάφου, εξάλειψον τα πλήθη των εμών εγκλημάτων.
Και νύν.
Ταις της Θεοτόκου πρεσβείαις, Ελεήμον, εξάλειψον τα πλήθη των εμών εγκλημάτων.

Προσόμοιον.
Ήχος πλ. β’. Όλην αποθέμενοι.
Στίχος. Ελεήμον, ελέησόν με, ο Θεός, κατά το μέγα έλεός Σου και κατά το πλήθος των οικτιρμών Σου εξάλειψον το ανόμημά μου.

Κύριε, η έγερσις η ένδοξός Σου εκ τάφου απαρχή εγέρσεως πέλει του φυράματος εκ του μνήματος των βροτών ύμνοις Σε θείοις δοξαζόντων και βοώντων Σοι˙ Φιλάνθρωπε, ταχύ ανάστησον πάντας πεπτωκότας τοις πάθεσι προς απαθείας άρρητον ύψος και ζωήν την αιώνιον, ίνα γεγηθότες αινώμεν εξανάστασιν την Σήν, Λόγε Θεού πανευΐλατε, συμπαθές και εύσπλαγχνε.

Ο Ιερεύς. Σώσον, ο Θεός, τον λαόν Σου…

Ωδή ζ’. Οι εκ της Ιουδαίας.
Ώσπερ βάκτρον ειρήνης κοινωνίας εις γάμον ελθόντας στήριξον και πλήσον τας καρδίας υπομονής αφάτου των βοώντων Σοι˙ Κύριε, εκ τάφου ο αναστάς, συζύγους ομονόει.

Λύσον πάντα δεσμόν μου μετά πλάνης, απάτης δεινών αιρέσεων και αμαρτίας, Σώτερ, εξαναστάς εκ τάφου, ίνα λύσης φυράματος βροτών δεσμούς, Ιησού, μετά φθοράς θανάτου.

Επιστρέφοντας δούλους ασωτίας εκ χώρας προς αγαθότητα την άφατόν Σου δέξαι καλώς, ο εκ του τάφου αναστάς, πολυεύσπλαγχνε, και κοινωνούς Σης χαράς γενέσθαι εκζητούντας.
Θεοτοκίον.
Ικετεύομεν πόθω, Παναγία Παρθένε, βροτών σε τάγματα˙ τους ανυμνολογούντας ανάστασιν σου Τόκου την φωσφόρον ανάστησον σαις ικεσίαις ταχύ εκ λάκκου αμαρτάδων.

Ωδή η’. Τον Βασιλέα.
Ανάστησόν με εξ εθισμού ψυχοκτόνου ουσιών ψυχοτρόπων τε οίνου και αλκοολούχων ποτών, Χριστέ Παντάναξ.

Σχιζοφρενίας, επιληψίας και νόσων λοιμικών ανωτέρους συντήρει τους υμνούντας, Σώτερ, την εξανάστασίν Σου.

Σου τα ελέη και οικτιρμούς πέμψον, Σώτερ, τω αχρείω Σου δούλω, υμνούντι την τριήμερόν Σου ανάστασιν εκ τάφου.
Θεοτοκίον.
Ως ανιάτων ασθενειών, Θεοτόκε, σε ιάτειραν ανευφημούντες σπεύδομεν εν νόσοις τη θεία χάριτί σου.

Ωδή θ’. Κυρίως Θεοτόκον.
Της υπερηφανίας σκέδασον ομίχλην και τρυφηλότητος βίου εκδίωξον την σκοτομήνην Σου δούλου, Φως κόσμου άδυτον.

Επάκουσον Σων δούλων, Σώτερ, ο εκ τάφου εξαναστάς, Ζωοδότα Θεάνθρωπε, ο κλίνων πάσιν οικέταις Σου ούς ευήκοον.

Ρανίδας μου δακρύων πρόσδεξαι ως δώρον, εγηγερμένε Χριστέ, πολυτίμητον τη Ση ενδόξω εγέρσει, Σώτερ ευΐλατε.
Θεοτοκίον.
Χριστόν, Όν εκ του τάφου είδες αναστάντα ενδόξως, Θεογεννήτορ Παντάνασσα, υπέρ ημών εκδυσώπει των προσφευγόντων σοι.

Το Άξιόν εστι… και τα παρόντα Μεγαλυνάρια.

Καθαιρέτην Άδου πανευλαβώς και θανάτου πάντες αναιρέτην ως αληθώς μέλψωμεν Υψίστου τον αναστάντα Λόγον τριήμερον εκ τάφου, εύσπλαγχνον Κύριον.

Πρόξενον θεώσεως των βροτών δι’ ημάς παθόντα και ταφέντα και εκ νεκρών αναστάντα, δεύτε, Χριστόν, τον Ζωοδότην, ταις ύμνων μελωδίαις δοξολογήσωμεν.

Κάθαρον τους δούλους Σου εκ παθών, φιλοχρηματίας, φιλοΰλου τε βιοτής και αργολογίας, υσσώπω χάριτός Σου, εγηγερμένε Σώτερ κόσμου εκ μνήματος.

Δόξαν πάντες πέμψωμεν εν χορώ τω εξαναστάντι εκ του τάφου Λόγω Θεού εν αρρήτω δόξη και εν αγαλλιάσει Αυτόν ευτάκτων ύμνων άνθεσι στέφοντες.

Δούλόν Σου ανάστησον, Ιησού, εκ δεινής κραββάτου φιλαυτίας οδυνηράς, αδικίας, ψεύδους, αργίας, εμπαθείας και μίσους τον υμνούντα Σην εξανάστασιν.

Έγειρον εκ πλάνης αιρετικών τους δοξολογούντας Σην ανάστασιν εκ νεκρών, Λυτρωτά του κόσμου φθοράς εξ αιωνίου, Θεάνθρωπε οικτίρμον και πολυέλεε.

Πάσαι των Αγγέλων αι στρατιαί, Πρόδρομε Κυρίου, Αποστόλων η δωδεκάς, οι Άγιοι πάντες, μετά της Θεοτόκου ποιήσατε πρεσβείαν εις το σωθήναι ημάς.

Το Τρισάγιον και το Απολυτίκιον.

Ήχος πλ. α’. Τον συνάναρχον Λόγον.
Αναστάς εκ του τάφου, Χριστέ, τριήμερος κεκοιμημένων εκ τάφου εγένου η απαρχή χοϊκών και εκ του λάκκου εξανάστασις αμαρτιών των ευλαβώς δοξαζόντων Σε αεί και πίστει Σου δεομένων˙ φώτισον σκότη Σων δούλων φωτί Σης θείας αναστάσεως.

Εκτενής και Απόλυσις, μεθ’ ήν ψάλλομεν το εξής˙

Ήχος β’. Ότε εκ του Ξύλου.
Σώτερ, ο εκ τάφου αναστάς και αρχή γενόμενος πάντων κεκοιμημένων βροτών παμφαούς εγέρσεως, Χριστέ Θεάνθρωπε, έγειρόν με εκ πτώσεων δεινών καθ’ εκάστην, κατωδύνων θλίψεων, εχθρού κακώσεων και ασθενειών, ίνα πόθω ο της χάριτός Σου οικέτης ανυμνολογώ Σήν εξανάστασιν.

Ήχος πλ. δ’.
Δέσποινα, πρόσδεξαι τας δεήσεις των δούλων σου και λύτρωσαι ημάς από πάσης ανάγκης και θλίψεως.
Ήχος β’.
Την πάσαν ελπίδα μου εις σε ανατίθημι, Μήτερ του Θεού, φύλαξόν με υπό την σκέπην σου.

Δίστιχον.
Ανάστησον Χαραλάμπη εκ βοθύνου,
Αναστάς Κύριε, παθών χαμαιζήλων.

ΤΕΛΟΣ ΚΑΙ ΔΟΞΑ ΤΩ ΜΟΝΩ
ΑΛΗΘΙΝΩ ΘΕΩ ΗΜΩΝ.

ΠΡΟΣΦΟΡΟ: ΤΙ ΕΙΝΑΙ; ΠΟΙΟΙ ΟΙ ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΙ ΤΟΥ; ΠΩΣ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΕΙΤΑΙ;

ΠΡΟΣΦΟΡΟ: ΤΙ ΕΙΝΑΙ; ΠΟΙΟΙ ΟΙ ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΙ ΤΟΥ; ΠΩΣ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΕΙΤΑΙ;

15Η απάντηση από μια έκδοση της Ιεράς Μονής Παναγίας Παραμυθίας Ρόδου

Το Πρόσφορο είναι το ψωμί που προσφέρουμε στον Ναό, για να τελεσθεί η Θεία Ευχαριστία. Μαζί με το κρασί, ως Τίμια Δώρα (άρτος και οίνος), προτού μεταφερθούν με τη Μεγάλη Είσοδο στην Αγία Τράπεζα, τοποθετούνται στην Πρόθεση (προ + τίθημι = προθέτω), όπου με την τελετή της Προσκομιδής θα προετοιμασθούν για τη Θεία Λειτουργία. Στην Προσκομιδή τμήματα του Προσφόρου θα τοποθετηθούν τελετουργικά στο Δισκάριο και λίγο κρασί στο Άγιο Ποτήριο.

Το στρογγυλό σχέδιο του Προσφόρου συμβολίζει την κοιλιά της Παρθένου Μαρίας, απ' όπου προήλθε (γεννήθηκε) ο μονογενής Υιος της. Πάνω στο Πρόσφορο υπάρχει ανάγλυφο σχέδιο, που σχηματίζεται από σφραγίδα. Από το κέντρο του Προσφόρου βγαίνει ο Αμνός, δηλ. το κεντρικό τετράγωνο του σχεδίου με τα γράμματα: ΙΣ ΧΣ ΝΙ ΚΑ (Ιησούς Χριστός νικά).

Τα γράμματα αυτά πρέπει να είναι ευδιάκριτα και να φαίνονται καθαρά. Λέγεται Αμνός (αρνάκι), γιατί ο προφήτης Ησαϊας προφήτευσε ότι ο Μεσσίας σαν ένα άκακο αρνάκι θα οδηγηθεί στη θυσία. Ο Ιωάννης ο Πρόδρομος επιβεβαίωσε αυτή την προφητεία, όταν έδειξε στους μαθητές του τον Μεσσία και είπε: "Να ο αμνός του Θεού" (Ιωάν.1/α', 29). Επίσης ο Απόστολος Πέτρος στην Α' Επιστολή (1/α', 18-19) γράφει: "Ελυτρώθητε εκ της ματαίας υμών αναστροφής... τιμίω αίματι ως αμνού αμώμου και ασπίλου Χριστού".

Το σχέδιο του Προσφόρου περιέχει επίσης τη μερίδα της Παναγίας με τα γράμματα Μ και Θ, δηλ. Μήτηρ Θεού. Η τριγωνική μερίδα της Παναγίας τοποθετείται δεξιά του Αμνού στο Δισκάριο με τα λόγια: "Εις τιμήν και μνήμην της υπερευλογημένης, ενδόξου Δεσποίνης ημών Θεοτόκου, και αειπαρθένου Μαρίας, ης ταις πρεσβείαις πρόσδεξαι, Κύριε, την Θυσίαν ταύτην εις το υπερουράνιόν σου Θυσιαστήριον.

(Συνεχίζει με τον 10 στίχο του 44 ψαλμού) Παρέστη η Βασίλισσα εκ δεξιών σου, εν ιματισμώ διαχρύσω περιβεβλημένη, πεποικιλμένη". (Δηλαδή: Προσφέρουμε τη μερίδα αυτή προς τιμή και μνήμη της υπερευλογημένης ένδοξης Κυρίας μας Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας, με τις πρεσβείες της οποίας δέξου, Κύριε, τη Θυσία αυτή στο υπερουράνιό σου Θυσιαστήριο. Τιμητικά στάθηκε η Βασίλισσα στα δεξιά σου με ιματισμό χρυσό ντυμένη, στολισμένη). Η Παναγία στη Βασιλεία του Θεού έχει το πρωτείο τιμής.

Από τα εννέα τριγωνάκια, που βρίσκονται στο δεξί μέρος του προσφόρου, εξάγονται οι μερίδες των αγγέλων και όλων των αγίων και τοποθετούνται αριστερά του Αμνού. Οι άγιοι που μνημονεύονται είναι οι Προφήτες, οι Απόστολοι, οι Ιεράρχες, οι Μάρτυρες, οι Όσιοι, οι Ανάργυροι, οι Θεοπάτορες μαζί με τον άγιο της ημέρας και τελευταίος ο Πατέρας της Εκκλησίας που συνέγραψε την τελούμενη Θεία Λειτουργία. Οι άγιοι, επειδή δεν έχει γίνει η Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου και δεν έχουν εισέλθει ακόμα στον Παράδεισο, ωφελούνται κι αυτοί από τη μνημόνευση στις Θείες Λειτουργίες.

Εξάλλου και στον Παράδεισο θα προχωρούν από "δόξης εις δόξαν", δηλ. θα βελτιώνεται η κατάστασή τους και θα απολαμβάνουν σταδιακά μεγαλύτερες θείες ευλογίες. Επίσης, κατά τον Καβάσιλα προσφέρεται η αναίμακτη θυσία ως ευχαριστία στον Θεό, που μας έδωσε τους αγίους. Αυτοί αποτελούν τα πρότυπα όλων των χριστιανών, αυτοί τους καθοδηγούν και μεσιτεύουν γι' αυτούς με τις προσευχές τους.

Από άλλα τμήματα του Προσφόρου εξάγονται οι μερίδες υπέρ των ζώντων και των κεκοιμημένων, οι οποίοι ανήκουν στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Αυτές τοποθετούνται εμπρός από τον Αμνό και, όταν πριν τη Θεία Κοινωνία κατά τη συστολή (ένωση) Σώματος και Αίματος ο Λειτουργός τις ρίχνει στο Δισκοπότηρο, λέει συγχρόνως τα ακόλουθα αξιοπρόσεκτα λόγια: "Απόπλυνον, Κύριε,τα αμαρτήματα των ενθάδε μνημονευθέντων δούλων σου τω Αίματί σου τω Αγίω? πρεσβείαις της Θεοτόκου και πάντων σου των αγίων. Αμήν". (Δηλαδή: Σβήσε εντελώς, Κύριε, τις αμαρτίες όσων εδώ μνημονεύθηκαν δούλων Σου με το Αίμα Σου το Άγιο? με τις πρεσβείες της Θεοτόκου και όλων Σου των αγίων. Αμήν). Στήν αρχή της Προσκομιδής ο Ιερουργός υψώνει (σηκώνει ψηλά) το Πρόσφορο μέχρι το μέτωπο και μ' αυτή την κίνηση συμβολίζει την ύψωση του Χριστού στον Σταυρό, όπου έχυσε το τίμιο Αίμα Του για τη σωτηρία των ανθρώπων.

Τρίτη 18 Φεβρουαρίου 2014

Τα αποτελέσματα της αμετανοησίας και σκληροκαρδίας

Τα αποτελέσματα της αμετανοησίας και σκληροκαρδίας

Είναι φοβερό το γεγονός, αλλά αληθινό. Κάποιοι χριστιανοί φοιτητές του Πανεπιστημίου το διηγήθηκαν πολύ εντυπωσιασμένοι, όταν ήρθαν στην Παναγιά για να προσκυνήσουν. Είπαν συμπληρώνοντας ο ένας τον άλλον:
“- Είχαμε έναν καθηγητή, που φαινόταν πολύ καλός και μελιστάλακτος. Επειδή μας φερόταν ήπια, τον συμπαθούσαμε. Τον βλέπαμε δε μερικές φορές να έρχεται και στην Εκκλησία και να κοινωνάει. Μετά από αυτά, πιστεύαμε πως ήταν καλός χριστιανός. Όμως μας περίμενε μεγάλη έκπληξη , για να μην πούμε φρίκη!
Κάποια μέρα μάθαμε ότι αρρώστησε βαριά. Αποφασίσαμε να τον επισκεφτούμε.  Πήγαμε σπίτι του σε μια μοναχική βίλλα σε αριστοκρατικό προάστιο, αλλά η γυναίκα του σχεδόν  μας έδιωξε , ταραγμένη και ενοχλημένη. Ενώ δε μας μιλούσε από την πόρτα, ακούγονταν μέσα στο σπίτι γαυγίσματα και ουρλιαχτά. Μερικοί το σχολίασαν και είπαν:
-           Αυτοί οι πλούσιοι και τρανοί, πολλές φορές τα σκυλιά τους τα βάζουν μέσα στο σπίτι και ζουν μαζί τους. Δεν έχουν καταλάβει ότι τα ζώα πρέπει να ζουν στους κήπους ή στα κτήματα. Αυτός είναι ο προορισμός τους.
Τέλος πάντων , φύγαμε απογοητευμένοι. Όταν όμως μάθαμε ότι τον καθηγητή μας τον πήγαν στο νοσοκομείο ετοιμοθάνατο, αποφασίσαμε να τον επισκεφθούμε εκεί. Αγοράσαμε και λουλούδια και σε λίγο ανεβαίναμε τις σκάλες του νοσοκομείου που οδηγούσαν σε ειδικές σουίτες, ιδιαίτερα πολυτελή δωμάτια για τους οικονομικά ισχυρούς. Καθώς πλησιάζαμε , πάλι σκυλιά ακούγαμε , πάλι ουρλιαχτά. Ένας είπε αγανακτισμένος:
-           Κι εδώ σκυλιά; Ούτε στο νοσοκομείο δεν τ’  αποχωρίζονται;
Εκείνη τη στιγμή έβγαινε από ένα διαμέρισμα η προϊσταμένη , η οποία έτυχε να είναι γνωστή ενός φοιτητή της συντροφιάς μας. Μας ρώτησε ποιόν θέλαμε και όταν άκουσε το όνομα, ταράχθηκε και μας λέει:
-           Φύγετε! Φύγετε γρήγορα! Αυτά τα γαυγίσματα και τα ουρλιαχτά που ακούτε είναι από αυτόν! Δεν υπάρχουν σκυλιά. Έχει φοβερή αγωνία και επιθετικότητα. Σηκώνεται και παλεύει με αόρατους για μας εχθρούς. Οι νοσοκόμες αρνούνται να μπουν στο δωμάτιό του. Μάθαμε ότι ανήκε σε μια σκοτεινή αίρεση, που είναι αντίχριστη και αντίθεη. Εκεί θεό έχουν τον μαμωνά (το χρήμα) και την ανθρώπινη δόξα.
-           Μα αυτός κοινωνούσε!... , παρατήρησε ένας από μας.
-           Ίσως γι’ αυτό η ευθύνη του είναι μεγαλύτερη. Ήθελε να κοροϊδέψει τον Θεό και τους ανθρώπους αλλά “ο Θεός ου μυκτηρίζεται” ,παρατήρησε η προϊσταμένη λυπημένη , και συνέχισε:
-           Τώρα , οι δαίμονες , που έχουν δικαιώματα επάνω του, απαιτούν την ψυχή του!... Κάντε του λίγη προσευχή, παιδιά μου, να τον ελεήσει ο Θεός, μας προέτρεψε φιλάνθρωπα.
Φύγαμε από κει πολύ προβληματισμένοι . Καταλάβαμε πολύ καλά όλοι πως δεν πρέπει να παίζουμε με την ψυχή μας και την σωτηρία μας”.
Αυτά είπαν τα νιάτα, που μερικές φορές ξεπερνούν σε σύνεση τις μεγαλύτερες ηλικίες, και τα γηρατιά ακόμη. Και πράγματι, δεν είναι φοβερό να φθάνει ο άνθρωπος στο τέλος της ζωής του και να μην αισθάνεται την ανάγκη  να πει ένα “Θεέ μου, συγχώρεσε με ” ή “ελέησέ με”; Είναι φοβερή η σκληροκαρδία και η πόρωση. Να μην αισθάνεται την ανάγκη της αφέσεως των αμαρτιών του από τον Θεό μέσω του ιερού Μυστηρίου της Εξομολογήσεως; Ο Θεός ο φιλανθρωπότατος δίνει το έλεος. Έχει πει: “Τον ερχόμενον προς με ου μη εκβάλω έξω”. Όταν ο άνθρωπος όμως αδιαφορεί και αφήνει τον δαίμονα να του νεκρώνει τον σωτήριο αυτό πόθο; Τότε θα δει, μόλις έρθει στις τελευταίες αναπνοές του, τα φοβερά αποτελέσματα, αλλά θα είναι πλέον αργά!
Οι συγγενείς, οι γιατροί και το νοσηλευτικό προσωπικό έχουν ευθύνη και πρέπει να βοηθούν τον ετοιμοθάνατο στο να μετάσχει στα σωτήρια Μυστήρια , έστω και την τελευταία στιγμή.
Το καλύτερο όμως είναι ο άνθρωπος σε όλη του τη ζωή να ετοιμάζεται για την ιερώτατη αυτή στιγμή της γεννήσεώς του στην αιωνιότητα. Τότε θα έχει μια ωραία κατά Θεόν ζωή κι ένα γλυκό ειρηνικό τέλος, μέσα στη Χάρη και την αγάπη του Χριστού και της Παναγίας.
Μια ωραία μέρα έχει και μια ωραία δύση, που πορεύεται για την αιώνια ανατολή στη βασιλεία του Θεού.
Πηγή: «ΝΕΩΤΕΡΑ ΘΑΥΜΑΤΑ
ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΣΤΗ ΒΑΡΝΑΚΟΒΑ
& ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ»
ΕΚΔΟΣΙΣ ΙΕΡΑΣ ΓΥΝΑΙΚΕΙΑΣ ΜΟΝΑΣΤΙΚΗΣ
ΑΔΕΛΦΟΤΗΤΟΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΒΑΡΝΑΚΟΒΑΣ

ΔΩΡΙΔΑ 2007

Μασονικαί επιδράσεις εις τα έργα του Ν. Καζαντζάκη

Μασονικαί επιδράσεις εις τα έργα του Ν. Καζαντζάκη


Μασονικαί επιδράσεις εις τα έργα του Ν. Καζαντζάκη
Μασονικαί επιδράσεις εις τα έργα του Ν. Καζαντζάκη
Του κ. Αχιλλέως Β. Πιτσίλκα, Δρ, Θ.
Προλεγόμενα
Είπαν κάποιοι ότι ο Ν. Καζαντζάκης ήταν δήθεν μεγάλος συγγραφέας και διανοητής, γιατί τα έργα του κυκλοφόρησαν μεταφρασμένα σε όλο τον κόσμο, αλλά δεν είχαν δίκιο, γιατί, κατά τον Κ. Παπαρρηγόπουλο, «μέγας δεν είναι ποτέ ο μη ευεργετήσας την ανθρωπότητα ή τουλάχιστον το έθνος αυτού» (Ιστορία… Β, 445). Όπως, δηλ., ο Ιουλιανός ο Παραβάτης δεν υπήρξε αληθινά μεγάλος, διότι, κατά τον μνημονευθέντα συγγραφέα, «δεν ευηργέτησε τον κόσμον» (όπ.π.), κατά παρόμοιο τρόπο και ο Ν. Καζαντζάκης δεν υπήρξε αληθινά μεγάλος ή και απλώς μεγάλος, αλλά μεγάλος αιρετικός ή ακριβέστερα αντίχριστος, που έκανε πολύ μεγάλο κακό στην πατρίδα μας και στην ανθρωπότητα ολόκληρη, εξαιτίας των παγανιστικών και μηδενιστικών αντιλήψεων που είχε, ως μασόνος, και που εγκατέσπειρε «τεχνηέντως» και «εν γνώσει» σε όλα τα έργα του, από το πρώτο μέχρι και το τελευταίο. Εξαιτίας της τέχνης, δηλ., με την οποία εγκατέσπειρε τις αντιχριστιανικές αντιλήψεις σε όλα τα έργα του, υπάρχει κίνδυνος να εξαπατηθούν κάποιοι αστήρικτοι  πνευματικά και να ακολουθήσουν τις ιδέες και τον τρόπο της ζωής του, οδηγούμενοι κατά τον τρόπο αυτό μακρυά από το Χριστό-Σωτήρα, που για τους πιστούς χριστιανούς είναι «ἡ Ὁδὸς καὶ ἡ Ἀλήθεια καὶ ἡ Ζωή» (Ιω. 14, 6), και να θεοποιήσουν τον εωσφόρο ή και το ίδιο το ίνδαλμά τους, που θέλησε σε κάποια στιγμή να ιδρύσει τη νέα θρησκεία (!) του πανσεξουαλισμού, που θα είχε ως σύμβολο το άνθος και ως κέντρο τον ίδιο τον εαυτό του.
Για να μη οδηγηθούν, λοιπόν, κάποιοι στην έσχατη πλάνη, τη «χείρονα» της πρώτης (Ματθ. 27, 34), αγαπώντας, σαν το Ν.Κ., «μᾶλλον τὸ σκότος ἢ τὸ φῶς» (Ιω. 13, 19), γράφουμε τις σκέψεις αυτές, με τις οποίες θα φανερώσουμε τις μασονικές επιδράσεις στα έργα του Ν. Καζαντζάκη, ώστε να καταστεί ηλίου φαεινότερο ότι δεν αποτελεί εθνικό σύμβολο, αλλά, όπως έλεγε ο ανεψιός του Βενιζέλου Σαριδάκης, «Το αίσχος της Ελλάδος» (Βλ. Πρεβελάκη, 400 γράμματα, Αθήνα 1984, 174), όσον αφορά τις αντιχριστιανικές και ανθελληνικές θέσεις του, εφόσον διαστρεβλώνει κυριολεκτικά τις πιο θεμελιώδεις αρχές της χριστιανικής πίστης (Πρβλ Εφημ. «Ελεύθ. Τύπος» της 19.10.1988). Η πιο πάνω  επίδραση, άλλωστε ήταν αναπόφευκτη, διότι ο Καζαντζάκης, κατά τη μαρτυρία του φίλου του Πρεβελάκη, έγινε μέλος της μασονικής Στοάς των Αθηνών τον Ιούνιο του 1907 (400 γρ., σ. 4). Όπως, επομένως, ένας φιλόλογος δεν είναι δυνατόν να σκέπτεται και να γράφει διαφορετικά, παρά μονάχα ως φιλόλογος, κατά παρόμοιο τρόπο και ο Ν. Καζαντζάκης σκεπτόταν και έγραφε πάντοτε ως μασόνος, δηλ., σαν ένας σύγχρονος σατανιστής και «εν γνώσει» ειδωλολάτρης, έργα αποκλειστικά αντιχριστιανικά και ταυτόχρονα αντινομιστικά, για να μεταφέρει το μίασμα του δαιμονισμού στις αστήρικτες ψυχές των νέων, επιτελώντας κυριολεκτικά έργο σατανά.
Για να φανεί δε καλύτερα η επίδραση αυτή, θα χωρίσουμε το όλο θέμα σε δύο μέρη. Στο πρώτο μέρος, δηλ., θα παρουσιάσουμε κάποιες από τις γενικές αρχές της Μασονίας, που παρατηρούνται και στα έργα του Καζαντζάκη, τα χαρακτηριζόμενα εύλογα ως «άνθη του κακού». Και στο δεύτερο μέρος θα γίνει λόγος για τους ιδιαίτερους στόχους της Μασονίας και του Καζαντζάκη, που δίδασκε τη δήθεν απελευθέρωση του ανθρώπου από τα δεσμά της θρησκείας, αυτός «δοῦλος ὑπάρχων τῆς φθορᾶς» (Βλ. Β’ Πέτρ. 2, 19).
Δημοσιεύτηκε σε 11 συνέχειες στον Ορθόδοξο Τύπο
Από τις 9 Οκτωβρίου 1998 μέχρι τις 18 Δεκεμβρίου 1998

Δευτέρα 17 Φεβρουαρίου 2014

Η έκπτωσις από την Βασιλεία των ουρανών είναι πιο ανυπόφορη

Η έκπτωσις από την Βασιλεία των ουρανών είναι πιο ανυπόφορη

Παραδέχομαι, ότι η κόλασις είναι ανυπόφορη και μάλιστα πολύ ανυπόφορη. Η έκπτωσις όμως από την Βασιλεία των Ουρανών είναι πιο ανυπόφορη. Διότι, πες μου, εάν κάποιος βασιλιάς ή υιός βασιλιά επιστρέφοντας από πολλούς πολέμους νικητής και με τιμές και έχοντας ολόκληρη στράτευμα, εισήρχετο σε κάποια πόλι με την άμαξα, με τα τρόπαια , με πολλούς στρατιώτες που φορούν όλοι χρυσά ρούχα, με τους ακολούθους του, που όλοι κρατούν χρυσές ασπίδες και όλη η πόλις είναι στολισμένη και όλοι οι άρχοντες είναι μαζί του και τον ακολουθούν όλοι οι άνθρωποι, πίσω οι δέσμιοι αλλοεθνείς, ύπαρχοι, σατράπες, ύπατοι, τύραννοι, , άρχοντες, και εάν στην συνέχεια μέσα σε όλη εκείνη την λαμπρότητα  τους πολίτες που συναντούσε δεχόταν και χαιρετούσε και έδινε το χέρι του και μετέφερε σε αυτούς κάθε παρρησία ή και συζητούσε με όλους, ως να ήταν φίλοι του και έλεγε, ότι έχει κάνει την πορεία εκείνη για χάρι τους, και άλλους έφερε στα δικά του ανάκτορα , τους υπόλοιπους όμως εγκατέλειπε, με ποιά τιμωρία θα ισοδυναμούσε αυτό, μολονότι δεν τιμωρούνται;
Εάν είναι τόσο πικρό το να εκπέση κανείς από την δόξα αυτή ενώπιον  ανθρώπου, πολύ περισσότερο τούτο συμβαίνει ενώπιον του Θεού, όταν όλες οι ουράνιες δυνάμεις παρευρίσκωνται μαζί με τον Βασιλέα , όταν οι δαίμονες είναι δέσμιοι και σκύβουν προς τα κάτω και ο ίδιος ο διάβολος οδηγήται δέσμιος , καθώς και κάθε αντίπαλη δύναμις, όταν παρευρίσκωνται οι δυνάμεις των ουρανών, όταν αυτός έρχεται επάνω στα σύννεφα . Πιστέψτε με, εξ αιτίας της οδύνης που κατέχει την ψυχή μου από την υπόθεση αυτή, ούτε την ομιλία μπορώ να τελειώσω.
Ας κατανοήσουμε πόση δόξα στερούμαστε , ενώ είναι δυνατό να μη στερηθούμε. Διότι το φοβερό είναι αυτό, ότι δηλαδή ενώ μπορούμε να μην πάθουμε αυτά, τα παθαίνουμε. Όταν λοιπόν άλλους θα δέχεται και θα οδηγή προς τον Πατέρα στους Ουρανούς, άλλους όμως θα αφήνη και αφού τους παραλάβουν μερικοί άγγελοι, τους σύρουν χωρίς την θέλησί τους και με δάκρυα στα μάτια και με το κεφάλι προς τα κάτω στην γέεννα του πυρός , αφού προηγουμένως τους διαπομπεύση ενώπιον όλης της οικουμένης, πόση νομίζεις ότι είναι η οδύνη;
Ας ανταγωνιζώμαστε λοιπόν , όσο είναι καιρός, και ας φροντίζουμε πολύ για την σωτηρία μας. Πόσα μπορούμε να πούμε, όπως ο πλούσιος της παραβολής∙ εάν μας βοηθούσε κάποιος τώρα, θα σκεπτόμασταν αυτά που μας συμφέρουν. Αλλά κανένας δεν αφήνει. Και ό,τι θα πούμε, όχι μόνο από εκείνο είναι φανερό, αλλά και από πολλά άλλα. Και για να μάθης, πόσοι έχουν αρρωστήσει και είπαν, «Εάν γίνουμε καλά, δεν θα πέσουμε πάλι στα ίδια»! Πολλά παρόμοια θα πούμε τότε, αλλά θα ακούσουμε εκείνα, που άκουσε ο πλούσιος, ότι υπάρχει βάραθρο, ότι λάβαμε με το παραπάνω τα αγαθά στην παρούσα ζωή ( Λουκ. 16, 19-31)
Πηγή: «ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΙΚΟΣ ΑΜΒΩΝ Θ΄
ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΚΑΙ Η ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ»
ΑΓΙΟΝ ΌΡΟΣ
Υπό Βενεδίκτου Ιερομονάχου
Αγιορείτου
ΕΚΔΟΣΙΣ
ΣΥΝΟΔΙΑ ΣΠΥΡΙΔΩΝΟΣ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ
ΙΕΡΑ ΚΑΛΥΒΗ «ΑΓΙΟΣ ΣΥΡΙΔΩΝ Α΄»
ΙΕΡΑ ΝΕΑ ΣΚΗΤΗ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ
2013

Κυριακή του Ασώτου (Αγ. Ιωάννης Χρυσόστομος)

Κυριακή του Ασώτου (Αγ. Ιωάννης Χρυσόστομος)



Απόσπασμα από την Α' Ομιλία - Περί μετανοίας

Ήταν δυό αδέλφια· τα οποία, αφού μοιράστηκαν αναμεταξύ τους την πατρική περιουσία, ο ένας έμεινε στο σπίτι, ενώ ο άλλος έφυγε σε μακρινή χώρα. Εκεί, αφού κατέφαγε όλα όσα του δόθηκαν, δυστύχησε και υπέφερε μη υπομένοντας τη ντροπή από τη φτώχεια. (Λουκά 15: 11 κ.ε.) Αυτή την παραβολή θέλησα να σάς την πω, για να μάθετε, ότι υπάρχει άφεση αμαρτημάτων και μετά το Βάπτισμα, εάν είμαστε προσεκτικοί. Και το λέγω αυτό όχι για να σάς κάνω αδιάφορους, αλλά για να σάς απομακρύνω από την απόγνωση. Γιατί η απόγνωση μας προξενεί χειρότερα κακά και από τη ραθυμία.


Αυτός λοιπόν ο υιός αποτελεί την εικόνα εκείνων που αμάρτησαν μετά το Βάπτισμα. Και ότι φανερώνει εκείνους που αμάρτησαν μετά το Βάπτισμα, αποδεικνύεται από το ότι ονομάζεται υιός. Γιατί κανένας δεν μπορεί να ονομασθεί υιός χωρίς το Βάπτισμα. Επίσης διέμενε στην πατρική οικία και μοιράστηκε όλα τα πατρικά αγαθά, ενώ πριν από το Βάπτισμα δεν μπορεί κανείς να λάβει την πατρική περιουσία, ούτε να δεχθεί κληρονομία. Ώστε μ όλα αυτά μας υπαινίσσεται το σύνολο των πιστών.

Επίσης ήταν αδελφός εκείνου που είχε προκόψει. Αδελφός όμως δεν θα μπορούσε να γίνει χωρίς την πνευματική αναγέννηση. Αυτός λοιπόν, αφού έπεσε στη χειρότερη μορφή κακίας, τι λέγει: «Θα επιστρέψω στον πατέρα μου» (Λουκά 15:18). Γι αυτό ο πατέρας του τον άφησε και δεν τον εμπόδισε να φύγει στην ξένη χώρα, για να μάθει καλά με την πείρα, πόση ευεργεσία απολάμβανε όταν βρισκόταν στο σπίτι. Γιατί πολλές φορές ο Θεός, όταν δεν πείθει με το λόγο του, αφήνει να διδαχθούμε από την πείρα των πραγμάτων, πράγμα βέβαια που έλεγε και στους Ιουδαίους.

Επειδή δηλαδή δεν τους έπεισε ούτε τους προσέλκυσε, απευθύνοντάς τους αμέτρητους λόγους με τους προφήτες, τους άφησε να διδαχθούν με την τιμωρία, λέγοντάς τους: «Θα σε διδάξει η αποστασία σου και θα σε ελέγξει η κακία σου» (Ιερ. 2, 19). Γιατί έπρεπε να Του είχαν εμπιστοσύνη από πριν. Επειδή όμως ήταν τόσο πολύ αναίσθητοι, ώστε να μη πιστεύουν στις παραινέσεις και τις συμβουλές Του, θέλωντας να προλάβει την υποδούλωσή τους στην κακία, επιτρέπει να διδαχθούν από τα ίδια τα πράγματα, ώστε έτσι να τους κερδίσει και πάλι.

Αφού λοιπόν ο άσωτος έφυγε στην ξένη χώρα και από τα ίδια τα πράγματα έμαθε πόσο μεγάλο κακό είναι να χάσει κανείς το πατρικό του σπίτι, επέστρεψε, και ο πατέρας του τότε δεν του κράτησε κακία, αλλά τον δέχτηκε με ανοιχτή αγκαλιά. Γιατί άραγε; Επειδή ήταν πατέρας και όχι δικαστής. Και στήθηκαν τότε χοροί και συμπόσια και πανηγύρια και όλο το σπίτι ήταν φαιδρό και χαρούμενο. Τι μου λες τώρα άνθρωπέ μου; Αυτές είναι οι αμοιβές της κακίας; Όχι της κακίας, άνθρωπε, αλλά της επιστροφής. Όχι της πονηρίας, αλλά της μεταβολής προς το καλύτερο.

Και ακούστε και το σπουδαιότερο: Αγανάκτησε γι αυτά ο μεγαλύτερος υιός. Ο πατέρας όμως τον έπεισε κι αυτόν μιλώντας του με πραότητα και λέγοντας, «συ πάντοτε ζούσες μαζί μου, ενώ αυτός ήταν χαμένος και βρέθηκε, ήταν νεκρός και ξαναβρήκε τη ζωή του» (Λουκά 15:31-32). Όταν πρέπει να διασώσει τον χαμένο, λέγει: «Δεν είναι ώρα τώρα για δικαστήρια, ούτε για λεπτομερή εξέταση, αλλά είναι ώρα μόνο φιλανθρωπίας και συγγνώμης.» Κανένας ιατρός, που έχει αμελήσει ο ίδιος να δώσει φάρμακο στον ασθενή, δεν ζητεί ευθύνες απ αυτόν για την αταξία του και ούτε τον τιμωρεί. Και αν ακόμα χρειαζόταν να τιμωρηθεί ο άσωτος, τιμωρήθηκε αρκετά ζώντας στην ξένη χώρα.

Τόσο λοιπόν χρόνο στερήθηκε τη συντροφιά μας και έζησε παλεύοντας με την πείνα, την ατίμωση και τα χειρότερα κακά. Γι αυτό λέγει ο πατέρας: «ήταν χαμένος και βρέθηκε, ήταν νεκρός και ξαναβρήκε τη ζωή του». Μη βλέπεις, λέγει, τα παρόντα, αλλά σκέψου το μέγεθος της προηγούμενης συμφοράς. Αδελφό βλέπεις, όχι ξένο. Στον πατέρα του επέστρεψε, που ξεχνάει τα περασμένα η καλύτερα που θυμάται εκείνα μόνο τα οποία μπορούν να τον οδηγήσουν σε συμπάθεια και έλεος, σε στοργή και ευσπλαγχνία τέτοια που ταιριάζει στους γονείς. Γι αυτό δεν είπε, εκείνα που έπραξε ο άσωτος, αλλά εκείνα που έπαθε. Δεν λυπήθηκε ότι κατέφαγε την περιουσία του, αλλ' ότι περιέπεσε σ' αμέτρητα κακά.

Έτσι έψαχνε με τόση προθυμία και με ακόμα μεγαλύτερη να βρει το χαμένο πρόβατο. Και εδώ βέβαια γύρισε πίσω ο ίδιος ο υιός, ενώ στην παραβολή του καλού Ποιμένος έφυγε ο ίδιος ο ποιμένας. Και αφού βρήκε το χαμένο πρόβατο το έφερε πίσω, και χαιρόταν πολύ περισσότερο γι αυτό, παρά για όλα τα άλλα τα σωσμένα. Και πρόσεχε πως έφερε πίσω το χαμένο πρόβατο: Δεν το μαστίγωσε, αλλά μεταφέροντάς το και βαστάζοντάς το στους ώμους του, το παρέδωσε πάλι στο κοπάδι.

Γνωρίζοντας λοιπόν αυτά, ότι όχι μόνο δεν μας αποστρέφεται όταν επιστρέφομε κοντά Του, αλλά μας δέχεται το ίδιο αγαπητικά με τους άλλους που έχουν προκόψει στην αρετή. Και ότι όχι μόνο δεν μας τιμωρεί, αλλά και έρχεται ν αναζητήσει τους πλανημένους. Και όταν τους βρει, χαίρεται περισσότερο απ όσο χαίρεται για εκείνους που έχουν σωθεί. Ούτε πρέπει ν απελπιζόμαστε όταν είμαστε στην κατηγορία των κακών, αλλά ούτε όταν είμαστε καλοί να έχουμε θάρρος.

Ασκώντας την αρετή να φοβόμαστε μήπως πέσομε, στηριζόμενοι στο θάρρος μας. Και όταν αμαρτάνουμε να μετανοούμε. Και εκείνο που είπα αρχίζοντας την ομιλία, αυτό λέγω και τώρα: Είναι προδοσία της σωτηρίας μας αυτά τα δύο, δηλαδή και το να έχουμε θάρρος όταν είμαστε ενάρετοι, και το ν απελπιζόμαστε όταν είμαστε πεσμένοι στην κακία.

Γι αυτό ο Παύλος, για ν' ασφαλίσει εκείνους που ασκούν την αρετή, έλεγε: «Εκείνος που νομίζει ότι στέκεται, ας προσέχει μήπως πέσει» (Α' Κορ. 10, 12). Και πάλι: «Φοβάμαι μήπως, ενώ κήρυξα σε άλλους, εγώ ο ίδιος βρεθώ ανάξιος» (Β' Κορ. 11, 3). Ανορθώνοντας πάλι τους πεσμένους και διεγείροντάς τους σε μεγαλύτερη προθυμία διακήρυττε έντονα στους Κορινθίους γράφοντας τα εξής: «Μήπως πενθήσω πολλούς που αμάρτησαν προηγουμένως και δεν μετανόησαν» (Β' Κορ. 12, 21). Για να δείξει ότι είναι άξιοι θρήνων όχι τόσο εκείνοι που αμαρτάνουν, όσο εκείνοι που δεν μετανοούν για τα αμαρτήματά τους. Και ο προφήτης πάλι λέγει: «Μήπως εκείνος που πέφτει δεν σηκώνεται, η εκείνος που παίρνει στραβό δρόμο δεν επιστρέφει;» (Ιερ. 8, 4). Γι αυτό και ο Δαυίδ παρακαλεί αυτούς ακριβώς, λέγοντας: «Σήμερα, εάν ακούσετε τη φωνή Αυτού, μη σκληρύνετε τις καρδιές σας όπως τότε που Τον παραπίκραναν οι πατέρες σας» (Ψαλμ. 94, 8).

Όσο λοιπόν θα υπάρχει το σήμερα, ας μη απελπιζόμαστε, αλλ έχοντας ελπίδα προς τον Κύριο και έχοντας κατά νουν το πέλαγος της φιλανθρωπίας Του, αφού αποτινάξουμε κάθε τι το πονηρό από τη σκέψη μας, ας ασκούμε με πολλή προθυμία και ελπίδα την αρετή, και ας επιδείξουμε μετάνοια με όλη τη δύναμή μας.

Έτσι αφού απαλλαχθούμε απ' όλα τ αμαρτήματά μας εδώ στη γη, να μπορέσουμε με θάρρος να σταθούμε μπροστά στο βήμα του Χριστού, και να επιτύχουμε τη βασιλεία των ουρανών, την οποία εύχομαι να επιτύχουμε όλοι μας με τη χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, μαζί με τον Οποίο στον Πατέρα και συγχρόνως στο Άγιο Πνεύμα ανήκει η δόξα, η δύναμη και η τιμή, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. 

Αμήν

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΜΥΣΤΙΚΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΕΩΣ ΤΩΝ ΕΥΧΩΝ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΜΥΣΤΙΚΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΕΩΣ ΤΩΝ ΕΥΧΩΝ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ


ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΠΕΡΙ ΤΗΣ
ΜΥΣΤΙΚΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΕΩΣ ΤΩΝ ΕΥΧΩΝ
ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ
μετά θεολογικῶν σχολίων
(Τό Μυστικό τῆς Ὀρθοδόξου Λατρείας)
 π. Εὐθυμίου Μουζακίτη,
ἐφημερίου Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ Ἀμαρουσίου

   Μελετώντας τήν Πατερική γραμματεία πού σχετίζεται μέ τή Θεία Λειτουργία, θά πρέπει νά λάβουμε ὑπ’ ὄψιν ὅτι οἱ Πατέρες, ἀναφερόμενοι εἰς τόν τρόπο τῆς ἀναγνώσεως τῶν εὐχῶν τῆς Θείας Λειτουργίας, δέν τή μελετοῦν ἱστορικῶς, δέν συζητοῦν τούς πιθανούς τρόπους ἀνανεώσεώς της, γνωρίζοντας καλά ὅτι τό θέμα αὐτό δέν ἀποτελεῖ παρωνυχίδα, οὔτε μία τυπική διάταξη, ἀλλά ἐκφράζει τή θεολογία τῆς λατρείας καί τήν οὐσία τῆς ὅλης πνευματικῆς καί ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς.  Κατ’αὐτούς εἶναι δεδομένο πώς ὅ,τι συνιστᾶ «θεσμοθεσίαν» τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἶναι ἄνωθεν καί ἐξ ἀρχῆς παραδεδομένο. «...τῶν Ἁγίων λειτουργός καί τῆς σκηνῆς τῆς ἀληθινῆς, ἥν ἔπηξεν ὁ Κύριος, καί οὐκ ἄνθρωπος» ( Ἑβραίους, η΄,2).
Μία σύντομη ἱστορική ἐπισκόπηση μᾶς ἀποδεικνύει ὅτι οἱ εὐχές τῆς Θείας Λειτουργίας καί ἰδίως τῆς Ἁγίας Ἀναφορᾶς λέγονταν καί θά λέγονται πάντοτε αὐστηρῶς Μυστικῶς. 
1.   Ἀρχαία καί Ἁγία Παράδοση (Λουκ. α΄, 9-21) «κατά τό ἔθος τῆς ἱερατείας ἔλαχε τοῦ θυμιᾶσαι εἰσελθών εἰς τόν ναόν τοῦ Κυρίου καί πᾶν τό πλῆθος ἦν τοῦ λαοῦ προσευχόμενον ἔξω τῆ ὥρα τοῦ θυμιάματος. ὤφθη δέ αὐτῷ ἄγγελος Κυρίου ἑστώς ἐκ δεξιῶν τοῦ θυσιαστηρίου τοῦ θυμιάματος ...καί ἦν ὁ λαός προσδοκῶν τόν Ζαχαρίαν, καί ἐθαύμαζον ἐν τῷ χρονίζειν αὐτόν ἐν τῷ ναῷ. ( ἐνῶ ὁ ἀρχιερεύς προσευχόταν γιά τίς δικές του ἁμαρτίες, ἀλλά καί γιά ὅλο τό λαό, ὁ πιστός λαός οὔτε ἔβλεπε, οὔτε ἄκουγε, ἀλλά παραλλήλως προσηύχετο). Τοῦτο ἀποτελεῖ προτύπωση τῆς Θείας Λειτουργίας. «...μόνος ὁ ἀρχιερεύς προσφέρει ὑπέρ ἑαυτοῦ καί τῶν τοῦ λαοῦ ἀγνοημάτων». ( Ἑβραίους , θ΄,7).
2.   Στόν Μυστικό Δεῖπνο ( Ματθ. κστ΄,26-27) «...λαβών ὁ Ἰησοῦς τόν ἄρτον καί εὐχαριστήσας ἔκλασε καί ἐδίδου τοῖς μαθηταῖς καί εἶπε λάβετε φάγετε τοῦτο ἐστί τό Σῶμα μου καί λαβών τό ποτήριον καί εὐχαριστήσας ἔδωκεν αὐτοῖς λέγων πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες τοῦτο ἐστί τό αἷμα μου...».  Ὁ Κύριος παίρνει ἄρτο, λέγει κάποια λόγια καί δίδει Σῶμα. Μετά παίρνει τό ποτήριον, λέγει κάποια λόγια καί δίδει Αἷμα. Ὁ Ἅγιος Εὐαγγελιστής τονίζει ἰδιαιτέρως αὐτήν τήν εὐχαριστία μέ τό «καί».
 Ἅγιος Νικόλαος ὁ Καβάσιλας συμπληρώνει ὅτι ὁ Χριστός ὅταν εἶπε τοῦτο ποιεῖτε εἰς τήν ἐμήν ἀνάμνησιν, δέν τό λέγει αὐτό μόνο γιά ὅταν εἶπε τοῦτο ποιεῖτε εἰς τήν ἐμήν ἀνάμνησιν, δέν τό λέγει αὐτό μόνο γιά τόν ἄρτο ἐκεῖνο, ἀλλά καί γιά ὁλόκληρη τήν τελετή. (Εὐχαριστία–Εὐλογία-Καθαγιασμός).
Οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι κράτησαν Ἱερό μυστικό ὅλη τήν τελετή τῆς «Εὐχαριστίας» αὐτῆς τοῦ Χριστοῦ καί κυρίως τίς εὐχές τοῦ Καθαγιασμοῦ.  Κατά τόν ἴδιο ἀπόρρητο τρόπο τελεῖ καί ἡ Ἐκλλησία μας ἀνά τούς αἰῶνες τήν Εὐχαριστία τοῦ Κυρίου μας. (Ξεκινώντας ἀπό τήν Ἁγία Πρόθεση καί ὁλοκληρώνοντας στήν Ἁγία Ἀναφορά).
Ἀκόμα καί ὁ Παπικός θεολόγος Brun ὑποστηρίζει ὅτι ὁ Κύριος μυστικῶς ἀνέπεμψε καθαγιαστική ἐπί τοῦ ἄρτου εὐχή, ἡ ὁποία ἀπετέλεσε τό πρότυπο τοῦ τρόπου μυστικῆς ἀναγνώσεως τῶν εὐχῶν σέ μεταγενέστερους χρόνους.
3.   Ὁ Ἅγ. Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης τόν β΄αἰώνα λέει: «Τάς δέ τελεστικάς ἐπικλήσεις οὐ θεμιτόν ἐν γραφαῖς ἀφερμηνεύειν, οὐδέ τό μυστικόν αὐτῶν, ἤ τάς ἐπ’ αὐταῖς ἐνεργουμένας ἐκ Θεοῦ δυνάμεις, ἐκ τοῦ κρυφίου πρός τό κοινόν ἐξάγειν  ἀλλ’ ὡς ἡ καθ’ἡμᾶς ἱερά παράδοσις ἔχει, ταῖς ἀνεκπομπεύτοις μυήσεσιν αὐτάς ἐκμαθών».
4.   Τό ἀρχαιότατο βιβλίο «Διδαχή τῶν Δώδεκα Ἀποστόλων»(β΄μ.Χ.αἰ.) ὁμιλεῖ περί τῆς «ἀγάπης», ἀλλά καί περί τῆς θείας Εὐχαριστίας. Διά τό κοινόν γεῦμα, τήν «ἀγάπη», οἱ πρῶτοι χριστιανοί ἐκάθηντο εἰς τραπέζας, ὅμως διά τήν τέλεσιν τῆς θείας Εὐχαριστίας ἐσηκώνοντο καί ἐπήγαιναν νά σταθοῦν ὄπισθεν τοῦ λειτουργοῦ, ὁ ὁποῖος ἵστατο πρό τοῦ Θυσιαστηρίου.
Τά βιβλία τῶν «Ἀποστολικῶν Διαταγῶν»τοῦ δ΄αἰ. δείχνουν ὅτι ἐνῶ ὁ ἱερεύς προσέφερε τήν θυσία, ὁ λαός παραλλήλως προσευχόταν μέ τόν δικό του τρόπο.
5.   Ἀπό τόν δ΄αἰ. μέ τό διάταγμα τῆς ἀνεξιθρησκείας 313μ.Χ. καί τήν ἀνέγερση τῶν Ναῶν, τό τέμπλο μέ τά καταπετάσματα ὑπάρχουν γιά νά εἶναι τό ἱερό Βῆμα ἀθέατο στούς πιστούς (οὔτε νά ἀκοῦν οὔτε νά βλέπουν ) .  Τό τέμπλο ἤ φράγμα δέν εἶναι καινοτομία τῆς Καινῆς Διαθήκης, ἀλλά ἀποτελεῖ συνέχεια ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη.  Τό τέμπλο ἀντικατέστησε τό καταπέτασμα τοῦ Ναοῦ (τοῦ Σολομῶντος), ὅπου ἔκρυβε τά ἅγια τῶν ἁγίων ἀπό τόν κυρίως Ναό.
Τόν ε΄ καί στ΄αἰ. ὑψηλό καί χαμηλό τέμπλο συνυπάρχουν, ἐνῶ ἀπό τόν ζ΄αἰ. δέν πιστοποιεῖται πλέον χαμηλό τέμπλο(φράγμα).  Ἡ μορφή τοῦ τέμπλου παγιώθηκε μετά τήν ὁριστική ἀναστήλωση τῶν εἰκόνων καί τή νίκη τῆς Ὀρθοδοξίας.  Ἡ Ἀναίμακτος θυσία γινόταν πάντα μέ κλειστά τά βημόθυρα καί τά παραπετάσματα. (Ἀπό τή Μεγάλη Εἴσοδο μέχρι τό «Μετά φόβου»).
6.   Ἡ πρώτη θεσμική πράξη περί τοῦ τρόπου τῆς ἀναγνώσεως τῶν εὐχῶν περιέχεται στόν ιθ΄κανόνα τῆς ἐν Λαοδικείᾳ Συνόδου 363μ.Χ.,τόσο ἡ μυστικήἀνάγνωση τῶν εὐχῶν , ὅσο καί ἡ εἰς ἐπήκοον τοῦ λαοῦ , ἡ διά λαμπρᾶς φωνῆς ἀπαγγελία τῆς ἐκφωνήσεως –δοξολογικῆς κατακλείδος τους.
7.   Ὁ Μέγας Βασίλειος 370μ.Χ. σαφῶς διδάσκει ὅτι ἡ εὐχή τῆς Ἀναφορᾶς εἶναι «ἐκ τῆς ἀδημοσιεύτου καί ἀπορρήτου διδασκαλίας, ἥν ἐν ἀπολυπραγμονήτῳ καί ἀπεριεργάστῳ σιγῆ οἱ πατέρες ἡμῶν ἐφύλαξαν, καλῶς ἐκεῖνο δεδιδαγμένοι, τῶν μυστηρίων τό σεμνόν σιωπῆ διασώζεσθαι» καί «Οὐδέ γάρ ὅλως μυστήριον τό εἰς τήν δημώδη καί οἰκεῖον ἀκοήν ἔκφορον».
8.   Ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἱεροσολύμων 387μ.Χ. στήν Ε΄ Μυσταγωγική Κατήχησή του , ἀφήνει νά ἐννοηθεῖ ὅτι ὑπῆρχαν δύο τρόποι ἀπαγγελίας τῶν εὐχῶν. Γι’αὐτό γράφει ἄλλοτε μέν ὅτι «βοᾶ ὁ ἱερεύς», ἄλλοτε δέ ὅτι «ὁ ἱερεύς λέγει».  Κάτι πού θυμίζει σαφῶς τό «λέγει μυστικῶς» καί «λέγει ἐκφώνως» τῆς συγχρόνου λειτουργικῆς πράξεως.
9.   Ὁ Ἅγ. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος 390μ.Χ. παραγγέλλει «σιωπῆ τιμᾶσθαι τά ἅγια καί μυστικῶς τά μυστικά φθέγγεσθαι καί ἁγίως τά ἅγια».
Τό ἱερό Βῆμα συμβολίζει τό ἄνω Θυσιαστήριο καί ὁ ἀθέατος τρόπος πού ἐπιτελεῖται ἡ θεία ἱερουργία συμβολίζει τήν ἀόρατη καί ἀνεξιχνίαστη μεταβολή τῶν Τιμίων Δώρων. «ἀλλά θύσωμεν τῶ Θεῶ θυσίαν αἰνέσεως ἐπί τῶ ἄνω θυσιαστηρίῳ μετά τῆς ἄνω χοροστασίας. Διάσχωμεν τό πρῶτον παραπέτασμα, τῶ δευτέρῳ προσέλθωμεν, εἰς τά Ἅγια τῶν Ἁγίων παρακύψωμεν».
10.    Ὁ Ἅγ. Γρηγόριος Νύσσης 395μ.Χ. σέ ἐπιστολή του μιλᾶ περί μυστικῆς ἐπιτελουμένης εὐχῆς, καί ἐκφράζοντας τό ὀρθόδοξο βίωμα μᾶς λέει ὅτι «ἡ γνῶσις τοῦ Θεοῦ, ἡ θέα τοῦ Θεοῦ συντελοῦνται ἐντός τοῦ ἀνθρώπου καί δέν ἀπαιτεῖται κάποια ἔκστασις, διότι ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντός ἡμῶν ἐστί».
11.    Ὁ Ἅγ. Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος 407μ.Χ. λέει πολύ ὡραῖα ¨οὐ γάρ θέμις ἐπί τῶν ἀμυήτων ἐκκαλύπτειν ἅπαντα¨ καί ¨Τίποτε δέν ταράζει τή συνείδηση τοῦ πιστοῦ ἀκόμη κι’ἄν γίνεται γιά τό καλό ὅσο οἱ καινοτομίες καί οἱ ἀλλαγές στήν Ἐκκλησία καί μάλιστα ὅταν εἶναι γιά τή Θεία Λατρεία καί τήν δοξολογία τοῦ Θεοῦ¨.
12.    Ἡ Δευτέρα θεσμική πρᾶξις εἶναι ἡ “Νεαρά” τοῦ αὐτοκράτορα Ἰουστινιανοῦ 565μ.Χ. ὅπου προσπάθησε νά θεσπίσει μιά καινοτομία, τήν ἀπαγγελία τῶν εὐχῶν ἐκφώνως.  Ἡ πρᾶξις αὐτή ἀποδεικνύει καταφανῶς ὅτι σέ ὅλη τήν Αὐτοκρατορία μέχρι τότε, ὅλες οἱ εὐχές λέγονταν αὐστηρῶς μυστικῶς.  Ἡ Βασιλική αὐτή ἐντολή ὅμως καταργήθηκε ἀπό Θεία ἀποκάλυψη, ἀναφερομένη στό Λειμωνάριο ἀποκαθιστώντας μιά λειτουργική πράξη πού ἰσχύει ἕως σήμερα σέ ὁλόκληρη τήν ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, θεσπίζοντας “ὥστε μηδένα μαθεῖν τήν ἀναφοράν, μή ἔχοντα χειροτονίαν”.  Ἄλλωστε ἄν ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας εἶπε “μυστικῶς” τήν εὐχαριστία καί εὐλόγησε τόν ἄρτον καί τόν οἶνον, γιατί ὁ ἱερεύς, δοῦλος ὤν, θά πρέπει νά ἀκούγεται;
13.    Ὁ Ἅγ.Ἰωάννης , συγγραφέας τῆς Κλίμακος 603μ.Χ. στό λόγο εἰς τόν Ποιμένα λέει γιά “...τόν Χριστόν ἀναπαυόμενον ἐπάνω στή μυστική καί κρυφή τράπεζα...”
14.    Ὁ Ἅγ. Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής 662μ.Χ. ἐξηγώντας τά τοῦ Ἁγίου Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτου, λέει ὅτι “ὁ ἄνθρωπος εἶναι Ἐκκλησία μυστική...καί μέ τό νοῦ ὅπως μέ θυσιαστήριο, μέ ἄλλη πολύλογη καί πολύφθογγη σιγή, προσκαλεῖ τήν πολυύμνητη μέσα στά ἄδυτα τῆς σκοτεινῆς καί ἀκατανόητης μεγαλοφωνίας σιγή τῆς Θεότητας”.  Στή “Μυσταγωγία” ἐκθέτει μέ θεολογική σκέψη καί ἐμπειρία τή Θεία Λειτουργία σέ δώδεκα στιγμές.  Παραλείπει ὅμως τήν Ἀνάμνηση, τήν Ἐπίκληση, τόν Καθαγιασμό καί τήν Ἕνωση τῶν μυστηρίων στό Ἅγιο Ποτήριο. Δέν ἀποκαλύπτει δηλαδή μέρη τῶν μυστηρίων πού πρέπει νά τηροῦνται κρυφά στή διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας καί δέν τίς χρησιμοποιεῖ (τίς στιγμές αὐτές) ὡς “εὐκαιρίες” γιά νά μᾶς μυσταγωγήσει.  Ἔτσι ἡ θεία Λειτουργία ἀποτελεῖ τό Μυστήριο τῶν Μυστηρίων καί τή Μυστική Ἱερουργία.  Γι’αὐτό καί ὅλοι οἱ Πατέρες διεφύλαξαν τή μυστικότητα, τή σιωπή καί τή σεμνότητά της καί διά τοῦ μυστικοῦ - σεσιωπημένου τρόπου ἀναγνώσεως τῶν εὐχῶν.
Διότι ἐγνώριζαν καλῶς ὅτι ὅταν τό κεκρυμμένο γίνεται φανερό, καί ὅταν τό ἄφθεγκτο φθέγγεται καί κοινοποιεῖται, τότε ἀλλοιώνεται καί φθείρεται ἡ ἔννοια τοῦ Μυστηρίου.
15.    Ὁ Ἅγ. Γερμανός Κων/πόλεως 733μ.Χ. στό ἔργο του “Ἱστορία ἐκκλησιαστική καί μυστική θεωρία” μιλᾶ περί τοῦ Ἱεροῦ Βήματος καί τοῦ “κατά ἀνατολάς εὔχεσθαι” καί ἀναφέρεται στίς “μυστικάς εὐχάς τῆς φιλανθρωπίας” ὅπου ἀναπέμπονται ἀφ’ὅτου συντελεσθεῖ “ἡ τῶν θυρῶν κλεῖσις καί ἡ ἐπάνωθεν τούτων ἐξάπλωσις τοῦ καταπετάσματος”.
Ἀναφερόμενος ἐν συνεχεία στήν Εὐχή τοῦ καθαγιασμοῦ τῶν Τιμίων Δώρων, σημειώνει τό “ἐπικεκυφότως ποιεῖν τόν ἱερέα τήν Θείαν Μυσταγωγίαν, ἐμφαίνει τό συλλαλεῖν ἀοράτως τῶ μόνῳ Θεῶ”.  Καί “μόνος μόνῳ προσλαλεῖ Θεῶ μυστήρια”.
Τό γεγονός αὐτό δεικνύει τήν διαχρονικότητα τῆς τελετουργικῆς πράξεως περί τῆς μυστικῆς (κρυφῆς) ἀναγνώσεως τῶν εὐχῶν, ὅπου μέ ἄπειρο σεβασμό τηρεῖται καί διαφυλάσσεται ὡς “κόρη ὀφθαλμοῦ” ἄχρι τοῦ νῦν.  Τέλος ὁ ὁμολογητής Πατριάρχης καταλήγει μέ τήν ὀπισθάμβωνον εὐχή, ὅπου εἶναι ἡ μόνη ἀναγινωσκομένη εἰς ἐπήκοον τοῦ λαοῦ.
16.    Σημαντικό εἶναι τό γεγονός ὅτι τά πρῶτα χειρόγραφα λειτουργικά βιβλία συμφωνοῦν περί τῆς μυστικῆς ἀναγνώσεως τῶν εὐχῶν καί ἰδιαιτέρως τῆς Ἁγίας Ἀναφορᾶς.
17.     Ἅγ. Νικήτας ὁ Στηθᾶτος 1090μ.Χ. μαθητής καί βιογράφος τοῦ μεγάλου μυστικοῦ πατρός ἡμῶν Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου μιλᾶ γιά τό ἀποκεκρυμμένο, ὅπου δέν ἐπιτρέπεται νά κατανοεῖ ὁ ἐκτός τούτων, ἐπειδή «μυστήρια εἰσί τά παρά τῶν ἱερέων νῦν πραττόμενα καί ἐν σιγῆ τελοῦνται» γι’αὐτό καί τό καταπέτασμα περί τό θεῖον βῆμα κρεμᾶται κατά τόν καιρόν τῶν μυστηρίων προκειμένου νά τό καλύπτει «ὥστε μηδέ αὐτούς τούς ἱερεῖς ὁρᾶσθαι παρά τῶν ἔξωθεν».
Καί προσθέτει: “Εἰ γάρ τήν εἴσοδον οἱ θεῖοι Πατέρες τοῦ θυσιαστηρίου πᾶσιν ἀπέκλεισαν λαϊκοῖς ...πῶς ἔξεστιν ὅλως αὐτοῖς κἄν πλησιάζειν τῶ θυσιαστηρίῳ, τελουμένων τῶν θείων, μήτι γε καί ὄμμα ἐπιβάλλειν ἄναγνον ἐν αὐτοῖς καί τά ἐν τούτοις τελούμενα;  Μόνοις ἐδόθη ταῦτα ὁρᾶν καί τελεῖν τοῖς ἱερεῦσι τοῦ Θεοῦ...”
Ἐπίσης ὁ μέγας αὐτός Θεολόγος εὐθαρσῶς λέει ὅτι “οὐ μόνον δέ τούς ἀπίστους καί κατηχουμένους, ἀλλά καί τούς πιστούς ἅπαντας τό τάς θύρας τῶν αἰσθήσεων ἀποκλείειν ἀπό τῆς ἔξωθεν περιπλανήσεως καί μή ἀδεῶς (ἀφόβως) κατανοεῖν εἰς τά φρικτῶς παρά τῶν ἱερέων τελούμενα ἐν τῶ βήματι”.
“Τῶν λαϊκῶν ὁ τόπος ἐν τῆ τῶν πιστῶν Ἐκκλησία τελουμένης τῆς Ἁγίας Ἀναφορᾶς, μακράν ἐστί τοῦ θείου θυσιαστηρίου. τά μέν γάρ ἐντός τοῦ ἱεροῦ βήματος μόνων τῶν ἱερέων καί διακόνων καί ὑποδιακόνων ἐστί τά δέ ἐκτός καί πλησίον τοῦ βήματος, τῶν μοναχῶν καί τῶν λοιπῶν ταγμάτων τῆς καθ’ἡμᾶς ἱεραρχίας, τά δέ τούτων ὄπισθεν καί τοῦ ἀκρίβαντος (ἄμβωνος), τῶν λαϊκῶν κατά τόν παραδοθέντα διάκοσμον ὑπό τῶν Ἀποστόλων Χριστοῦ τῆ καθολικῆ τῶν πιστῶν Ἐκκλησίᾳ καί ἀναγραφέντα παρά Διονυσίου καί Κλήμεντος τῶν μαθητῶν Πέτρου καί Παύλου...”
18.    Ὁ Ἅγ. Θεόδωρος ἐπίσκοπος Ἀνδίδων 1230μ.Χ. στό δικό του ὑπόμνημα Περί τῶν ἐν τῆ Θεία Λειτουργία γινομένων συμβόλων καί μυστηρίων ἀναφέρεται στήνκλήση τῶν θυρῶν τοῦ ἱεροῦ Βήματος καί διά τῶν μυστικῶς ὑποψιθυριζομένων εὐχῶν τῆς Ἁγίας Ἀναφορᾶς.  Γιά νά διδάξει μάλιστα ὅτι στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία οὐδεμία καινοτομία ὑπεισῆλθε ποτέ, λέει: “Μετά τούς θεηγόρους Ἀποστόλους, οἱ Ἅγιοι Πατέρες ¨ἕκαστος καί εὐχάς ἐποιοῦντο καί ἐκφωνήσεις”.
19.    Ἡ Τυπική διάταξις τῆς τοῦ Πατριάρχου λειτουργίας τοῦ Διακόνου Δημητρίου Γεμιστοῦ 1380μ.Χ. πού ἀπετέλεσε τό πρότυπο γιά ὅλες τίς ἀρχιερατικές ὀρθόδοξες Λειτουργίες ἀνά τόν κόσμον καί ἐπακριβῶς περιγράφει τήν ἱεράν τελετουργίαν εἰς τήν Μεγάλην τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίαν, ἀναφέρει μέ σαφῆ τρόπο τά ἀνωτέρω.
20.    Ὁ Ἅγ. Νικόλαος ὁ Καβάσιλας 1391μ.Χ.  «Ἐν ὅσῳ δέ τῶν αἰτήσεων ὁ διάκονος ἐξηγεῖται, καί ὁ ἱερός λαός εὔχεται, ὁ ἱερεύς ἔνδον εὐχήν ποιεῖται ἡσυχῆ καί καθ’ἑαυτόν...»
Καί τήν ὥρα τῆς Ἁγίας Ἀναφορᾶς πάλι εὔχεται μόνος του καί σιωπηλά, παρακαλώντας τόν Θεό “ὥστε μεταλαβεῖν μέν τῶν φρικτῶν μυστηρίων... ἀπολαῦσαι δέ τῆς ἱερᾶς ταύτης τραπέζης ...”
Ὁ Καβάσιλας ἐκφράζει μέ τόν καλύτερο τρόπο αὐτήν τήν Ὀρθόδοξη θεανθρώπινη διακονία τοῦ ἱερέως ὡς λειτουργοῦ: Μόνος ὁ Χριστός εἶναι πού ἁγιάζει τά Τίμια Δῶρα.  Μόνος μπορεῖ νά εἶναι καί ἱερεύς καί ἱερεῖο καί θυσιαστήριο.  Τελειώνοντας μᾶς ὑπενθυμίζει ὅτι ὁ ἱερεύς στό θυσιαστήριο, λέει τίς εὐχές πρός τόν Θεό μόνος του, καί χωρίς νά ἀκούγεται ἀπό κανένα.
21.    Ὁ Ἅγ. Συμεών Θεσσαλονίκης 1429μ.Χ. ἐξηγεῖ γιά ποιό λόγο κατεβαίνουν τά βῆλα καί κλείνονται τά βημόθυρα κατά τή Μεγάλη Εἴσοδο: “Εἰσελθόντος δέ κλείονται αἱ θῦραι, ὅτι οὐ τοῖς πᾶσι ὁρᾶσθαι ἄξιον τά μυστήρια, ἀλλά μόνοις τοῖς τῆς ἱερωσύνης ἐνεργοῖς. “Ὁρᾶς τό θαυμαστόν τῆς τάξεως , ὅτι διά μεσίτου τοῦ ἱερέως μυστικῶς ἔνδον εὐχομένου, τά τῶν δεήσεων τοῦ λαοῦ πρός Θεόν ἀναφέρονται;”
Κατά τόν ἅγιο Συμεών ὁ ἱερεύς ἀναγινώσκει μίαν εὐχή κύπτων, ἐνῶ ἐκφωνεῖ τόν ἐπίλογόν της ἀνιστάμενος.
Ἀκόμη ἀναφέρει ὅτι οἱ εὐχές τῶν ἱερῶν μυστηρίων ἔχουν διττό χαρακτήρα καί σημαίνουν τόν “διφυῆ Ἰησοῦν” καί ἐξηγεῖ ὅτι μέ τή μυστική καί τέλεια ἐκφορά τῶν εὐχῶν ἰσχυροποιεῖ τόν ἐνδιάθετο καί ἐσωτερικό καθαρό λόγο τοῦ πιστοῦ, ἔκφραση τοῦ ὁποίου εἶναι ὁ σωστός λειτουργικός προφορικός λόγος καί ὁ καλλιεπέστατος γραπτός λόγος τῆς λατρείας.
22.    Ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Πάριος 1813μ.Χ. στό ἔργο του “Περί παραδόσεως” μετά ζήλου ἐτόνιζε ὅτι μεταξύ τῶν οὐσιαστικῶν στοιχείων τῆς ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως, ὅπου ὀφείλουμε νά φυλάττωμε ἴσα τοῖς γεγραμμένοις, ἔχουμε καί τάς ἀνεκφωνήτους ἐπικλήσεις εἰς τήν μετουσίωσιν τοῦ ἄρτου καί τοῦ οἴνου.
23.    Ὁ Ἅγ. Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης 1809 μ.Χ. ὀμιλεῖ ἀνεπιφυλάκτως διά τάς ἀναγινωσκομένας εὐχάς ἐπιμένοντας στή μυστική ἀνάγνωση τῶν εὐχῶν, πράγμα πού φαίνεται καί κατά τό τέλος τοῦ «Πηδαλίου» ὅπου καταλήγει: «…ὅθεν ἡ πράξις τῆς Ἐκκλησίας ἀείποτε μυστικῶς, καί οὐχ ἐκφώνως, ὡς τά κυριακά λόγια, ἀναγινώσκουσα τάς εὐχάς ταύτας, τήν σεσιωπημένην καί ἄγραφον καί μυστικήν ταύτην παράδοσιν αἰνίττεται».
24.    Ὁ Ἅγ.Ἰωάννης τῆς Κροστάνδης 1908 μ.Χ. θλιβόταν γιά τή χαλαρή σχέση τῶν ὀρθοδόξων μέ τή λειτουργική ζωή.  Ἰδιαιτέρως γιά τήν ἄγνοια τῶν λεγομένων μυστικῶν εὐχῶν.  Ἔγραφε σχετικά : «ὁ ἱερεύς ἤ ὁ ἀρχιερεύς πολλές εὐχές τίς διαβάζει μυστικά.  Εἶναι πολύ ὠφέλιμο καί πολύ ἐνδιαφέρον γιά τό νοῦ καί τήν καρδιά νά γνωρίζουν οἱ Χριστιανοί τήν πλήρη τέλεση τῆς φρικτῆς Μυσταγωγίας ( ὄχι καί νά τήν ἀκοῦν).
Γιά τήν περιγραφή αὐτῆς τῆς τελετουργίας ὁ ἐπίσκοπος Εὐδόκιμος γράφει: «Τίς ἐκφωνήσεις στή Θεία Λειτουργία τίς ἀπήγγειλε μέ τόν ἴδιο τρόπο πού διάβαζε τόν κανόνα στόν ὄρθρο. Τίς μυστικές εὐχές συχνά τίς ψιθύριζε», (δηλ. δέν ἄκουγαν συχνά οὔτε οἱ ἄλλοι ἱερεῖς).
25.    Διά τῆς ἀπό 9ης Ἰουνίου 1956 Συνοδικῆς Ἐγκυκλίου, πρός Ἱεράρχας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἡ Ἱερά Σύνοδος ἐπέστησε τήν προσοχή ἐπί τῆς ἀρτιφανοῦςκαινοτομίας ὁρισμένων κληρικῶν νά ἀναγινώσκουν τάς εὐχάς τῆς Θείας Λειτουργίας καί τῶν λοιπῶν μυστηρίων εἰς ἐπήκοον τοῦ ἐκκλησιάσματος.  Καί διατάσσει τή«μυστική» ἀνάγνωση, θεωροῦσα τό ζήτημα ἀφ’ ἑνός μέν ὡς ζήτημα εὐταξίας ἐν τῆ Ἐκκλησία καί σεβασμοῦ πρός τή λειτουργική παράδοση, ἀφ’ ἑτέρου δέ ὡς θέμα πειθαρχίας καί ἀπαιτεῖ ἀπαρέγκλιτον ὑπό τοῦ ἱεροῦ Κλήρου ἐφαρμογήν.
Ἐξ ὅσων λοιπόν ἀναφέρθησαν γίνεται σαφές ὅτι ἡ μυστική ἀνάγνωση τῶν εὐχῶν τῆς Θείας Λειτουργίας εἶναι ἡ ἐπίσημος πράξη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Εἶναι συμφώνως πρός τόν Ἅγιο Θεόδωρο τόν Στουδίτη, ἡ «Ἐκκλησιαστική νομοθεσία» καί τό «πατροπαράδοτον σέβας», τό «κεκρατηκός ἔθος ἀπ’ἀρχῆς μέχρι τοῦ δεῦρο».
Ἡ Ἁγιορείτικη λειτουργική Παράδοση ἀλλά καί τό μεγαλύτερο μέρος τοῦ Ὀρθοδόξου λαοῦ μας, ἀντιστέκονται ταπεινῶς καί εὐθαρσῶς σ’αὐτοῦ τοῦ ὕπουλου εἴδους ἀνάγνωση τῶν εὐχῶν εἰς ἐπήκοον τοῦ ἐκκλησιάσματος.
Οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας δέν ἀμφιταλαντεύονται μεταξύ τῆς Ἱερᾶς Παραδόσεως τῶν Ἀποστόλων καί τοῦ θρησκευτικοῦ συναισθηματισμοῦ, ἤ τῆς εὐσεβιστικῆς φορτίσεως συγχρόνων λειτουργιολόγων.  Δέν προβληματίζονται μεταξύ ψευδο–διευκολύνσεως τῆς συμμετοχῆς τῶν λαϊκῶν καί ἱεροπρεπείας τῶν τελετῶν.  Δέν γράφουν ὅτι οἱ εὐχές αὐτές εἶναι μέν γιά τούς ἱερεῖς ἀλλά θά μποροῦσαν νά ἀναγνωσθοῦν ἔτσι ὥστε νά ἀκούονται καί ὑπό τῶν λαϊκῶν, ἀλλάκατηγορηματικῶς δηλώνουν ὅτι ἀναγιγνώσκονται μυστικῶς.
Ἀπό πού προῆλθε ὅμως ἡ ἀνάγνωση τῶν εὐχῶν ἐκφώνως;
·         Στήν Δυτική Εὐρώπη ὁ Βενεδικτῖνος ἡγούμενος dom Gueganger (+1875) ἔθεσε ἐξ ἀρχῆς ὡς σκοπό τῆς κινήσεώς του τήν ἀφομοίωση τῶν ὀρθοδόξων ὑπό τῆς Ρώμης, ὥστε ὅλοι νά ἑνωθοῦν ὑπό τόν θρόνο τοῦ «παγκοσμίου Ποιμένος».  Ἔλεγε ὅτι τό καλύτερο μέσο γιά νά ὑλοποιηθεῖ ἰσχυρῶς καί μονίμως αὐτή ἡ ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν εἶναι νά τροποποιηθεῖ ἐλαφρῶς ἡ Λειτουργία τῶν Ὀρθοδόξων, ὥστε νά βρεθεῖ πολύ πλησίον μιᾶς βελτιωμένης μορφῆς ρωμαιοκαθολικῆς λειτουργίας.  Κάτι περί τοῦ ὁποίου εἶχε μιλήσει ἤδη τό 1602 ὁ πάπας Κλήμης ὁ Η΄ στήν ἐγκύκλιό του «Μετά τῆς Ἐκκλησίας». Τό αὐτό θά ἐπανελάμβανε τό 1894 ὁ πάπας Λέων ὁ ΙΓ΄στήν ἐγκύκλιό του «Ὑπέρλαμπρος εὐφημία».
·         Τό αὐτό σύνθημα τό βλέπουμε κυρίως ἀπό τή Β΄ Βατικάνειο Σύνοδο 1962-1965. Μερικά ἀπό τά κακόδοξα αἰτήματα ἦταν: συμψαλμωδία ὅλων, συμμετοχή τῶν γυναικῶν στούς χορούς τῶν ἱεροψαλτῶν, τετράφωνη ἀπόδοση τῶν ὕμνων, ἀπαγγελία τῶν εὐχῶν τῆς Θείας Λειτουργίας ἀπό τούς ἱερεῖς ὄχι μυστικῶς ἀλλά ἐκφώνως καί ἄλλα.  Ἡ ἀνανέωση αὐτή προωθήθηκε καί στήν Ἑλλαδική Ἐκκλησία.
·         Με ἱκανοποίηση σημειώνει ὁ Λουθηρανός μεταρρυθμιστής θεολόγος Cristoph Maczevski ὅτι: «Στό πρόσωπο τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἱερωνύμου Κοτσώνη, ἕνα ἐπί μακρό διάστημα ἡγετικό στέλεχος τῆς κίνησης τῆς «Ζωῆς» βρίσκεται στήν κορυφή τῆς Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας καί τό προεξαγγελμένο ἀπό αὐτόνμεταρρυθμιστικό πρόγραμμα παρουσιάζει ἕνα σχέδιο ἐκσυγχρονισμοῦ τῆς Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας, …ἔργο οὐσιαστικά πού πραγματώνεται μέ μία λειτουργική ἀνανέωση». 
·         Ὁ ὅρος «χαμηλοφώνως» εἶναι τελείως ἀνύπαρκτος ἀπό τά λειτουργικά βιβλία, τόσο τῆς χειρογράφου ὅσο καί  τῆς ἐντύπου παραδόσεως.  Πρωτοεμφανίσθηκε περί τό 1970 στίς ἐκδόσεις τῆς «Ἀποστολικῆς Διακονίας». 
·         Τή λειτουργική αὐτή ἀναστάτωση τή βλέπουμε στήν τελευταία ἔκδοση τοῦ Ἱερατικοῦ 2002, πού χαρακτηρίζει τή μυστική ἀνάγνωση τῶν εὐχῶν ὡς ἀτέλεια καί προσπαθεῖ νά ἐπιβάλει τήν ἀνάγνωσή τους «εἰς ἐπήκοον τοῦ λαοῦ» ἥτις καί ἀποτελεῖ τόν κύριο στόχο τῆς ἐπιδιωκομένης λειτουργικῆς ἀνανεώσεως»;
·         Μερικοί κληρικοί διαστρεβλώνοντας τό μυστήριο, προωθοῦν τή συμμετοχή τῶν λαϊκῶν στίς εὐχές τοῦ Καθαγιασμοῦ.
Ἄλλοι κληρικοί, ἀγνοώντας τήν ὑπόσχεση ποῦ δίνουν στό Θεό μέ τήν εὐχή τῆς θ. Μεταλήψεως “..οὐ μή γάρ τοῖς ἐχθροῖς σου τό Μυστήριον εἴπω..”, διά τῆς τηλεοράσεως καί τοῦ ραδιοφώνου ἀναμεταδίδουν καί διαπομπεύουν ἀπό μικροφώνου τίς εὐχές καί τούς καθαγιαστικούς λόγους.  Ἔτσι λοιπόν φθάσαμε στό ἔπακρον τῆς ἀσέβειας νά μποροῦν τώρα Μουσουλμάνοι, Βουδιστές, Προτεστάντες, ἄθεοι, εἰδωλολάτρες πού ἀκοῦν ραδιόφωνο νά “συμπροσεύχονται” ψελλίζοντας καί αὐτοί μαζί μέ τόν  ἱερέα τούς καθαγιαστικούς λόγους,  καί “μεταβάλλοντας” ὅλοι μαζί, τόν Ἅγιο Ἄρτο.
Ὁ Μέγας Βασίλειος μᾶς ὑπενθυμίζει τά λόγια τοῦ Χριστοῦ.  «Μυστήριον τοῦ Βασιλέως καλῶς κρύπτειν, καί ὡς ὁ Κύριος παρήγγειλε…»
Εἶναι δηλαδή ἐντολή ἡ διαταγή τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ πρός ὅλους τούς ἱερεῖς νά κρύβουν καλά τό μυστήριο.
Συμβατό μέ αὐτήν τήν τελετουργική ἱεροπραξία εἶναι οἱ εὐχές τῶν κατηχουμένων: «..ὅσοι κατηχούμενοι προέλθετε...» (οἱ κατηχούμενοι νά φύγετε) καί τό κλείσιμο τῶν βημοθύρων πού ἐπιμελῶς διατηρεῖται μέχρι σήμερα.
Συμπερασματικά μποροῦμε νά ποῦμε τα ἑξῆς:
Κατά τήν τέλεση τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν καί τῆς θ. Λειτουργίας ἡ Ἐκκλησία μᾶς καλεῖ νά προσευχηθοῦμε μέ δύο τρόπους: ἐκφώνως καί μυστικῶς.  Στό «ἐκφώνως» ἀνήκουν ἡ Δοξολογία, ἡ εὐχαριστία, καί οἱ παρακλήσεις-δεήσεις,  πρός τόν ἐν Τριάδι Θεό, τήν Κυρία Θεοτόκο, καί τούς Ἁγίους.  Στό «μυστικῶς» ἀνήκουν οἱ εὐχές ὑπέρ συγχωρήσεως προσωπικῶν ἀμαρτημάτων καί ἱκανοποιήσεως προσωπικῶν αἰτημάτων. «..καί ὧν ἔκαστος κατά διάνοιαν ἔχει..»
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος P.G. 54 σελ. 646 φέροντας ὡς ὑπόδειγμα προσευχῆς τήν προφήτιδα Ἄννα, μητέρα τοῦ προφήτου Σαμουήλ, λέγει ὅτι: «τοῦτο γάρ ἐστι μάλιστα εὐχή ὅταν ἔνδον αἱ βοαί ἀναφέρονται.  Τοῦτο μάλιστα ψυχῆς πεπονημένης, μή τῶ τόνῳ τῆς φωνῆς, ἀλλά τῆ προθυμία τῆς διανοίας τήν εὐχήν ἐπιδείκνυσθαι.  Οὕτω καί Μωϋσῆς ηὔχετο, διό καί μηδέν αὐτοῦ φθεγγομένου, φησίν ὁ Θεός τί βοᾶς πρός με;   Ὁ δέ Θεός τῶν ἔνδοθεν κραζόντων ἀκούει.»
Στήν ἑρμηνεία τῆς θ. Λειτουργίας ὁ Ἅγ. Νικόλαος ὁ Καβάσιλας μᾶς λέει: «ἐν ὅσῳ δέ τῶν αἰτήσεων ὁ διάκονος ἐξηγεῖται, καί ὁ ἱερός λαός εὔχεται, ὁ ἱερεύς ἔνδον εὐχήν ποιεῖται ἡσυχῆ καί καθ’ ἑαυτόν».  Ἐνόσω, δηλαδή, ὁ Διάκονος δίνει στό λαό τό ὑλικό τῶν αἰτημάτων του πρός τό Θεό «ὑπέρ της ἄνωθεν εἰρήνης.., ὑπέρ εὐκρασίας ἀέρων..κλπ, καί ὁ ἱερός λαός εὔχεται, εἴτε διά τοῦ χοροῦ, εἴτε ἀπό μέσα του μυστικῶς,  ὁ Ἱερέας μέσα στό Ἱερό Βῆμα προσεύχεται μόνος του, παρακαλώντας τό Θεό καί γιά τά αἰτήματα ὅλου τοῦ λαοῦ.  Αὐτές οἱ εὐχές τῶν κληρικῶν καί τῶν λαϊκῶν πραγματοποιοῦνται «ἀνεκφωνήτως» μέ τήν μυστική στροφή τοῦ νοῦ πρός τό Θεό, σάν τόν τελώνη τῆς παραβολῆς ὅπου “ἔκραζε” τίς εὐχές του πρός τό Θεό χωρίς νά ἀκούγεται ἀπό κανέναν.
Ὁ Ἱερέας δέν μπορεῖ νά ἐπιβάλει στούς λαϊκούς τίς δικές του εὐχές, ὄχι μόνο διότι οἱ εὐχές αὐτές εἶναι ὑπέρ «ἡμετέρων» ἱερατικῶν ἀμαρτημάτων, ἀλλά διότι διαφέρει τό μέγεθος, τό βάρος καί ἡ ποιότητα τῶν ἀμαρτημάτων. (Τά ἀμαρτήματα τοῦ κλήρου εἶναι ἀγνοήματα γιά τό λαό.)
Οἱ Πιστοί πάλι δέν εἶναι ὑποχρεωμένοι νά ἀκοῦν τίς μυστικές εὐχές τῶν ἱερέων, διότι εἶναι καί αὐτοί ἐνεργά μέλη τῆς Λατρείας μέ τίς δικές τους εὐχές, καί δέν χρειάζεται νά ἀκοῦν φτιαχτές καί συναισθηματικές μικροφωνικές ἐκφωνήσεις, γιά νά μυσταγωγηθοῦν.
Μέ ὅλα τά παραπάνω γίνεται φανερό ὅτι στήν Ὀρθόδοξη Λατρεία, μέ τίς μυστικές εὐχές, τό κλείσιμο τῶν βημοθύρων, τήν μονόφωνη ταπεινή ψαλμωδία, ἡ Ἐκκλησία  βοηθάει τούς πιστούς νά κάνουν τό ἄνοιγμα πρός τόν ἔσω ἄνθρωπο, πού ἔχει ἀνάγκη ἀπό αὐτοεξέταση, συντριβή καί μετάνοια, γιά νά τούς  μυήσει στή νοερά προσευχή καί στόν ἐνδιάθετο λόγο, διότι ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντός ἡμῶν ἐστί, ἕως ὅτου φθάσουμε ὅλοι μαζί διά τῶν εὐχῶν, στήν «ἑνότητα τῆς πίστεως» καί στήν «κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος».  Ἀμήν.

Αὐτό εἶναι καί τό μυστικό τῆς Ὀρθοδόξου Λατρείας.
Ὁ γέρων Πορφύριος Μπαϊρακτάρης (+1991) μᾶς λέει: «...Νά δίδεσθε στή λατρεία τοῦ Θεοῦ μυστικάὉ Θεός εἶναι μυστήριο.  Εἶναι σιωπή εἶναι τό πᾶν.  Ὁ τελειότερος τρόπος προσευχῆς εἶναι ὁ σιωπηλός. Ἡ σιγή. «Σιγησάτω πᾶσα σάρξ βροτεία».  Ἐκεῖ γίνεται ἡ θέωση.  Μέσα στή σιγή, στή σιωπή, στό μυστήριο. Ἐκεῖ γίνεται ἡ πιό ἀληθινή λατρεία.  Γιά νά τό  ζήσετε ὅμως αὐτό πρέπει να φθάσετε σέ μέτρα.  Αὐτός ὁ τρόπος τῆς σιγῆς εἶναι ὁ πιό τέλειος.  Ἔτσι θεοῦσαι.  Μπαίνεις στά μυστήρια τοῦ Θεοῦ (Βίος καί Λόγοι,περιεχόμενο μαγνητοφωνήσεων).

«Στῶμεν καλῶς, στῶμεν μετά φόβου, πρόσχωμεν τήν ἁγίαν, τήν καλήν, τήν ἀνόθευτον ἀναφοράν,  πού οἱ Πατέρες  ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ εὐσεβῶς διεφύλαξαν».

(Γιά περισσότερες πληροφορίες βλέπε περιοδικό «ΘΕΟΔΡΟΜΙΑ»
τεύχη 1-3 Α΄ Λειτουργικό Συνέδριο 2002)

Αναδημοσίευση από: http://www.alopsis.gr/alopsis/mist_ef8.htm

Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον      www.egolpion.com 
17  ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2014

Read more: http://www.egolpion.com/mustiki_anagnosi.el.aspx#ixzz2taXaZDmX